Είναι δυνατόν η στιγμή της
γέννησης ενός ατόμου να προδιαγράφει τη μελλοντική του πορεία; Είναι
πιθανό oι ζωές των «χρονο-διδύμων» να ομοιάζουν σε εκπληκτικό βαθμό;
Είναι φυσικώς εξηγήσιμη η πιθανολογούμενη πλανητική επίδραση επί της
γης; Είναι, τελικά, δόκιμο να αναζητούμε μελλοντικές προβλέψεις σε έναν
αρχαίο ουρανό;
Ευρέως αποδεκτή ως αρχαία πρακτική, η αστρολογία συχνά τοποθετείται
πίσω στον πολιτισμό των Χαλδαίων, Αιγυπτίων ή Βαβυλωνίων (Watson, 1971),
με την ανάδυσή της να χρονολογείται γύρω στο 700 π.Χ. (Thagard, 1978).
Εκτοτε, και για μεγάλο χρονικό διάστημα, η αστρολογία φαίνεται να
«μεσουρανεί» μέχρι και τον 18ο αιώνα, οπότε και απορρίπτεται στα πλαίσια του Διαφωτισμού, ενώ επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο στις αρχές του 20ου αιώνα με τα αμφιλεγόμενα και πολυσυζητημένα ευρήματα του Michel Gauquelin (Ertel, 1992∙ Thagard, 1978).
Τα πράγματα όμως δεν φαίνεται να τελειώνουν εκεί, καθώς το 1975 οι
Bok, Jerome και Κurtz υποστηρίζουν πως η αστρολογία αποτελεί
«ψευδοεπιστήμη» εφόσον δεν εκφράζει τίποτε πέρα από μία αδαή και αβάσιμη
«μαγική κοσμοθεωρία», που μοναδικό στόχο έχει να ανακουφίσει τους
φόβους των απλών ανθρώπων (Thagard, 1978). Μέχρι σήμερα, τα αξιώματα και
οι πρακτικές της αμφιλεγόμενης αυτής «επιστήμης» φαίνεται να απασχολούν
τον επιστημονικό κόσμο, δίνοντας έναυσμα για την υλοποίηση τουλάχιστον
500 σχετικών ερευνών, οι οποίες όμως παραμένουν στην πλειοψηφία τους
άγνωστες και με ευρήματα όχι και τόσο επιβεβαιωτικά ως προς το κύρος της
(Dean & Kelly, 2003).
Τι είναι όμως αυτό που πρεσβεύει η αστρολογία, και τι είναι τελικώς
αυτό που την καθιστά τόσο ευάλωτη στις επιστημονικές επικρίσεις;
Τα αξιώματα
Στην πράξη, η βασική αστρολογική υπόθεση εργασίας πρεσβεύει μια άμεση
συνάφεια ανάμεσα στην ουράνια και γήινη σφαίρα (Dean & Kelly,
2003). Στα πλαίσια αυτά, στηριζόμενη στην αρχή της «ανταπόκρισης ή
αντιστοιχίας» (Principle of Correspondence) (Dean & Kelly, 2003), η
αστρολογία υποθέτει πως η φαινόμενη ταύτιση ορισμένων πραγμάτων ως προς
ορισμένες ιδιότητες, υποδηλώνει ταυτόχρονα μια ευρύτερη, γενικεύσιμη
ταύτισή τους και ως προς τις υπόλοιπες ιδιότητες (Dean & Kelly,
2003). Ετσι, για παράδειγμα, για τους μελετητές της αστρολογίας η
μεταβλητότητα του φεγγαριού υπονοεί επίσης έναν ευμετάβλητο ανθρώπινο
χαρακτήρα, ενώ το κόκκινο χρώμα του πλανήτη Αρη φαίνεται να συσχετίζεται
«συνειρμικά» με το αίμα, άρα με την σύγκρουση, με τον πόλεμο κτλ
(Colman, Blackmore, Morris, Wiseman & French, 1996 ∙ Dean &
Kelly, 2003).
Φυσικά, σύμφωνα με την σύγχρονη ψυχολογική θεώρηση, όλες αυτές οι
πεποιθήσεις θεωρούνται αβάσιμες, και πιθανώς οφειλόμενες σε γνωσιακές
στρεβλώσεις και λανθασμένες συσχετίσεις διαισθητικών, υπερφυσικών και
επιστημονικών αντιλήψεων (Lindeman & Aarnio, 2007). Από την άλλη
πλευρά, όμως, οι μελετητές της αστρολογίας φαίνεται να αρνούνται
κατηγορηματικά μία τέτοια τάση «ψυχολογιοποίησης», υποστηρίζοντας πως η
αστρολογία αποτελεί μια επιστήμη στηριζόμενη σε υπαρκτά δεδομένα.
Πιο συγκεκριμένα, η πρακτική της αστρολογίας τείνει να χωρίζει τον
ουρανό σε 12 περιοχές εκπροσωπούμενες από τα αντίστοιχα ζώδια. Ο
διαχωρισμός αυτός, φυσικά, είναι αρκετά αυθαίρετος, εντούτοις μοιάζει να
διευκολύνει τους υπολογισμούς (Watson, 1971). Στα πλαίσια αυτά, το
ατομικό ζώδιο καθορίζεται σε σχέση με την θέση του ήλιου κατά την ημέρα
γεννήσεως του ατόμου (Thagard, 1978). Ο ωροσκόπος, από την άλλη, ένα
αστρολογικό «αποτύπωμα» εξίσου σημαντικό (Watson, 1971), καθορίζεται από
το κομμάτι εκείνο του ουρανού που ανέρχεται στον ανατολικό ορίζοντα
την στιγμή της γέννησης, ενώ για τον προσδιορισμό του απαιτείται γνώση
του τόπου και χρόνου γεννήσεως (Thagard, 1978). Τέλος, οι διάφοροι
πλανήτες και ο τρόπος που αυτοί συνδυάζονται, θεωρούνται πως ασκούν μια
ιδιαίτερη επίδραση στην ατομική ζωή (Watson, 1971). Για παράδειγμα ο
Αρης θεωρείται «δείκτης» της ορμής, της τόλμης και του σθένους, η
Αφροδίτη της αγάπης και της καλλιτεχνικής προδιάθεσης, ενώ ο Κρόνος της
επιστημονικής σκέψης (Colman, Blackmore, Morris, Wiseman & French,
1996).
Τελικώς, η διαφορετική αυτή –εξατομικευμένη- διασύνδεση των
διαφορετικών πλανητικών συνδυασμών, όπως εκφράζεται μέσα από έναν
ολοκληρωμένο αστρολογικό χάρτη, μπορεί να θεωρηθεί -εν μέρη τουλάχιστον-
ως υπεύθυνη για την προσωπικότητα, εξέλιξη και μοίρα του ατόμου
(Thagard, 1978). Στο σημείο αυτό, οφείλουμε να τονίσουμε πως συχνά
επισημαίνεται ότι είναι λανθασμένη η απλή εξίσωση της αστρολογίας με
τις καθημερινές ζωδιακές προβλέψεις εμπορικού τύπου (Watson, 1971),
καθώς αυτές εστιάζουν μονάχα στην επίδραση του ηλίου, ενώ ένας πλήρης
αστρολογικός χάρτης λαμβάνει υπ’ όψιν του και την επίδραση του φεγγαριού
και των λοιπών πλανητών (Thagard, 1978).
Υπάρχει κάποια δόση αλήθειας μέσα σε όλη αυτή την… αστερόσκονη; Με το
ερώτημα αυτό κατά νου, ο Michel Gauquelin έθεσε το 1955 τις πρώτες
ερευνητικές βάσεις στην μελέτη της αστρολογίας, εξετάζοντας το φαινόμενο
που έγινε ευρύτερα γνωστό ως «επίδραση του Αρη» (Μars Effect) (Ertel,
1992). Πιο συγκεκριμένα, ο Γάλλος ψυχολόγος, έχοντας επιδείξει μεγάλο
ενδιαφέρον για την αστρολογία ήδη από πολύ μικρή ηλικία, αποφάσισε να
μελετήσει συστηματικά την πιθανολογούμενη σχέση ανάμεσα στον ήλιο και
τη σελήνη, την στιγμή γέννησης, και το μελλοντικό επάγγελμα του ατόμου
(Ertel, 1992).
Στην πραγματικότητα, και προς μεγάλη χαρά των επικριτών
του, κατόπιν μελέτης 25.οοο περίπου περιπτώσεων, ο Gauquelin δεν
κατάφερε τελικώς να ανιχνεύσει κάποιον αντίστοιχο συσχετισμό. Εντούτοις,
προς ανακούφιση των υποστηρικτών της αστρολογίας, βρέθηκε αντιμέτωπος
με ορισμένους άλλους απρόσμενους συσχετισμούς, υποστηρίζοντας τελικά
την ισχυρή επίδραση του Αρη στην εκλογή ενός αθλητικού επαγγέλματος, του
Κρόνου στην εκλογή ενός επιστημονικού επαγγέλματος κ.α. (Ertel, 1992∙
Thagard, 1978) Στα πλαίσια αυτά, ο Gauquelin οδηγήθηκε τελικώς στα
παρακάτω συμπεράσματα (Ertel, 1992):
1) Η επιλογή του επαγγέλματος σχετίζεται με τη θέση διαφορετικών πλανητών κατά τη στιγμή της γέννησης του ατόμου
2)Η συσχέτιση αυτή προϋποθέτει φυσική γέννα και όχι καισαρική
Εκτοτε, ορμώμενοι από τα παραπάνω, πολλοί οπαδοί της
αστρολογίας υποστήριξαν πως τα έμβρυα αντιδρούν στην συμπαντική
ηλεκτρομαγνητική ενέργεια, προκαλώντας τα ίδια την γέννηση τους, και
κατά συνέπεια πως υπάρχει επικοινωνία ανάμεσα στο σύμπαν, τους πλανήτες
και την ατομική «ψυχή» (Ertel, 1992).
Ο αντίλογος
Τι συμβαίνει όμως με τον αντίλογο σε όλες αυτές τις
απόψεις; Και πόσο εύκολα αποδεκτή μπορεί να γίνει μία τέτοια
«υπερφυσική» θεώρηση του κόσμου; Αναμενόμενα η αντίδραση στα παραπάνω
υπήρξε και παραμένει έντονη. Οι Dean και Kelly (2003), για παράδειγμα,
τονίζουν πως οι περισσότερες σύγχρονες αστρολογικές μελέτες είναι
γεμάτες στατιστικά λάθη, ενώ παρατηρούν μια ταυτόχρονη τάση απόκρυψης
των μελετών που δεν ενισχύουν τις αστρολογικές θέσεις (Publication
Bias). Από την άλλη, ένα ισχυρό διαψευστικό επιχείρημα αφορά στην ίδια
τη θέση των πλανητών. Πιο συγκεκριμένα, η πρακτική της αστρολογίας, όπως
εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, μπορεί να θεωρηθεί εξαρχής εσφαλμένη, εάν
αναλογιστούμε πως η θέση της Γης σε σχέση με τους υπόλοιπους πλανήτες
έχει αλλάξει από την εποχή των Βαβυλωνίων. Στα πλαίσια αυτά, για
παράδειγμα, σύμφωνα με την αστρολογική θεώρηση ο ήλιος κατά την εαρινή
ισημερία υποτίθεται πως βρίσκεται στον Αρη, ενώ στην πραγματικότητα
βρίσκεται στους Ιχθείς! (Colman, Blackmore, Morris, Wiseman &
French, 1996). Επιπλέον, οι ίδιοι οι οπαδοί της αστρολογίας φαίνεται να
διχάζονται ως προς την λειτουργία και σημασία ορισμένων πλανητών όπως ο
Ποσειδώνας, ο Ουρανός και ο Πλούτωνας, ενώ δυσκολεύονται να εξηγήσουν
πώς άτομα με τελείως διαφορετικό «αστρολογικό αποτύπωμα» μπορεί να
πέσουν ταυτόχρονα θύματα της ίδιας φυσικής καταστροφής (Thagard, 1978).
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να τονίσουμε πως ο ευρύτερος
επιστημονικός κόσμος δεν αμφισβητεί την πλανητική επίδραση επί της Γης
καθαυτή, παρά μόνο τη συμβολική νοηματοδότησή της (Watson, 1971).
Γνωρίζουμε πλέον, για παράδειγμα, την άμεση σχέση της σελήνης με τις
επίγειες παλίρροιες, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως μπορούμε να
αποδεχτούμε με την ίδια ευκολία την επίδραση του Ερμή στην ευστροφία και
κριτική σκέψη ενός νεογέννητου παιδιού! (Watson, 1971).
Στο σημείο αυτό, λοιπόν, ένα ζήτημα που ανακύπτει αφορά
στην ίδια τη φύση της αστρολογικής ερμηνείας∙ το κατά πόσον, δηλαδή,
ένας αστρολογικός χάρτης είναι αναγνωριστικός από μόνος του ή απαιτεί
μια -ζωτικής σημασίας – διαισθητική ερμηνεία και νοηματοδότηση από έναν
«μάντη»- αστρολόγο. Είναι, με λίγα λόγια, η μοίρα ενός ατόμου γραμμένη
στα άστρα ή είναι η διαίσθηση των αστρολόγων τόσο ισχυρή ώστε να μπορεί
να προφητεύει μελλοντικά γεγονότα τα οποία όμως ουδεμία σχέση έχουν με
τον γενέθλιο ατομικό χάρτη;
Αστρολογία ή Διαίσθηση;
Στα πλαίσια αυτά, οι Dean και Κelly (2003) προτείνουν
έναν παραλληλισμό της αστρολογίας με τον σαμανισμό. Πιο συγκεκριμένα,
στις σαμανικές κοινωνίες, ο μάγος-γιατρός, θεωρείται πως έχει πρόσβαση
στο χώρο τον πνευμάτων, αποκτώντας σταδιακά μια δυνατότητα συμβολικής/
προφητικής νοηματοδότησης των εικόνων. Κατά την ίδια έννοια, ένας
έμπειρος αστρολόγος ίσως τελικά να μπορεί να αντλεί νοήματα βάσει ενός αβάσιμου αστρολογικού χάρτη!
Σε συμφωνία με τα παραπάνω, ο διάσημος Βρετανός αστρολόγος Rose Elliot (1974) παρατηρεί:
«Κατ΄αρχήν προσπαθώ να κατανοήσω το διάγραμμα πλήρως,
όχι να το αναλύσω, αλλά να αφήσω τα διάφορα μέρη του να βυθιστούν στο
υποσυνείδητό μου. Οταν έρχεται η ώρα να το ερμηνεύσω, εστιάζω στο κέντρο
του διαγράμματος το οποίο μοιάζει με μια χρυσή σφαίρα. …. Κάποτε η
σφαίρα αυτή ξετυλίγεται και αισθάνομαι σαν να είμαι στη μέση ενός
διαδρόμου. Ο διάδρομος αυτός αναπαριστά τον χρόνο. Μπορώ να πάω πίσω ή
μπρος, στο μέλλον (pp. 12–13).
Σχολιάζοντας τα παραπάνω, οι ερευνητές θεωρούν πως η
περιγραφή αυτή παραπέμπει στη γνωστή «σαμανική έκσταση». Επιπλέον, μια
προσεκτική μελέτη του έργου 250 αστρολόγων, υπέδειξε πως οι
περισσότεροι από αυτούς ισχυρίζονταν πως διαθέτουν μεταφυσικές
ικανότητες. Στα πλαίσια αυτά, ένα άλλο εντυπωσιακό γεγονός μοιάζει να
συναινεί. Πιο συγκεκριμένα, πολλές φορές αστρολόγοι φαίνεται να κάνουν
σωστές προβλέψεις για τους πελάτες τους, αντιλαμβανόμενοι πολύ αργότερα
ότι διάβαζαν ένα… λανθασμένο αστρολογικό διάγραμμα (Dean & Kelly,
2003)!
Τι συμβαίνει λοιπόν; Αστρα με νόημα, αστρολόγοι με
διαίσθηση, ή ανθρώπινη παρανόηση; Ισως τίποτε από τα παραπάνω, ίσως και
όλα μαζί. Στο ίδιο πνεύμα ο Martin (1994), σχολιάζοντας το αβάσιμο
υπόβαθρο στο οποίο στηρίζονται οι -κατά τα άλλα -αποτελεσματικές
θεραπείες του βελονισμού και της ομοιοπαθητικής, καταλήγει πως «ακόμα
και αν κάτι στηρίζεται σε λανθασμένες θεωρίες, μπορεί εντούτοις να έχει
θεραπευτική επίδραση! Το ίδιο πιθανώς να ισχύει και με τις υπερφυσικές
αντιλήψεις!».
Aναφορές
Colman, A. M., Blackmore, S., Morris, R. L., Wiseman, R., &
French, C. C. (1996). Is the spirit willing? A pentalogue on
parapsychology. The Psychologist , 9, 361-363.
Dean, G., & Kelly, I.W. (2003). Is astrology relevant to consciousness and psi? Journal of Consciousness Studies , 10 (6-7), 175-198.
Ertel, S. (1992). Update on the “Mars effect”. Sceptical Inquirer , 16, 150-160.
Lindeman, M., & Aarnio, K. (2007). Superstitious, magical, and paranormal beliefs: An integrative model. Journal of Research in Personality , 41, 731–744.
Martin, M. (1994). Pseudoscience, the paranormal, and science education. Science & Education , 3, 357-371.
Thagard, P. R. (1978). Why astrology is pseudoscience. Proceedings of the Biennial Meeting of the Philosophy of Science Association (σσ. 223-234).University ofChicago Press.
Watson, L. (1971). Υπερφύση. Αθήνα: Ν. Ράπτης.
Who is Who: Η
Μαριλένα Αβραάμ-Ρέπα είναι ψυχολόγος (Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών) με
μεταπτυχιακό στην «Υπερπροσωπική Ψυχολογία και Σπουδές Συνειδητότητας»
από το πανεπιστήμιο του Northampton στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο κλάδος της
ειδικεύεται σε επιστημονικά, και συχνά περιθωριοποιημένα, ζητήματα όπως η
παραψυχολογία και η πνευματικότητα, αλλά και σε πιο συμβατικά, όπως οι
σύγχρονες νευροψυχολογικές προσεγγίσεις και η φιλοσοφία του νου.
Σημείωση: Το άρθρο αυτό της Μαριλένας Αβραάμ-Ρέπα
δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο Σαββατιάτικο περιοδικό του Ελεύθερου
Τύπου, τα “Φαινόμενα”.