Η Ουρουγουάη παράγει πλέον το 95 τοις εκατό της
ηλεκτρικής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως δήλωσε ο επικεφαλής
της πολιτικής για την κλιματική αλλαγή της χώρας, Ραμόν Μέντεζ.
Μάλιστα
η μικρή χώρα της Λατινικής Αμερικής, με πληθυσμό μόλις 3,4 εκατομμύρια,
πραγματοποίησε αυτό το επίτευγμα χωρίς κρατικές επιδοτήσεις ή υψηλότερο
κόστος για τον καταναλωτή, και σε λιγότερο από μία δεκαετία.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τον πληθωρισμό, οι σημερινές τιμές είναι πιο συμφέρουσες για τον καταναλωτή σε σχέση με το παρελθόν.
Παράλληλα,
βελτιώθηκε η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών καθώς υπάρχει
μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στις περιόδους ξηρασίας, με αποτέλεσμα να
συμβαίνουν λιγότερες διακοπές ρεύματος.
Αξίζει να σημειωθεί πως
μόλις το 2000, το πετρέλαιο αντιπροσώπευε το 27 τοις εκατό των εισαγωγών
της Ουρουγουάης, ενώ τώρα οι μεγαλύτερες εισαγωγές αναλογούν στις
ανεμογεννήτριες.
Η βιομάζα και η ηλιακή ενέργεια έχουν επίσης
αυξήσει το μερίδιό τους, και μαζί με την υδροηλεκτρική ενέργεια
αντιπροσωπεύουν σήμερα το 55 τοις εκατό ενεργειακού μείγματος της χώρας,
συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων μεταφορών. Ενδεικτικά, ο παγκόσμιος
μέσος όρος είναι 12 τοις εκατό.
«Η Ουρουγουάη καθορίζει τις
παγκόσμιες τάσεις στις επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», σύμφωνα
με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF, που βράβευσε πέρυσι τη
λατινοαμερικάνικη χώρα ως «ηγέτη πράσινης ενέργειας».
Συνεχίζοντας αυτή τη στρατηγική, ο Μέντεζ παρουσίασε στη σύνοδο κορυφής του
ΟΗΕ
στο Παρίσι μία από τις πιο φιλόδοξες εθνικές δεσμεύσεις, υποσχόμενος
περικοπή 88 τοις εκατό στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το
2017, σε σύγκριση με το μέσο όρο της περιόδου 2009-13.
Το
εντυπωσιακό αυτό επίτευγμα πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας υπάρχουσα
τεχνολογία και αποφεύγοντας παντελώς τη χρήση πυρηνικής ενέργειας.
Εξάλλου, καμία νέα εγκατάσταση υδροηλεκτρικής ενέργειας δεν έχει
προστεθεί στο δίκτυο για πάνω από δύο δεκαετίες.
Το κλειδί της
επιτυχίας, σύμφωνα με τον Μέντεζ, είναι η σαφής λήψη αποφάσεων, ένα
υποστηρικτικό ρυθμιστικό περιβάλλον και μια ισχυρή εταιρική σχέση μεταξύ
του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον
πολλαπλασιασμό των ενεργειακών επενδύσεων τα τελευταία πέντε χρόνια.
«Έχουμε
ακόμη αρκετή δουλειά. Ο τομέας των μεταφορών εξακολουθεί να εξαρτάται
από το πετρέλαιο. Αλλά η βιομηχανία σήμερα τροφοδοτείται κυρίως από
μονάδες συμπαραγωγής βιομάζας», κατέληξε ο Μέντεζ.