Τι ήλθε πρώτο; Η μεγάλη και πολύπλοκη κοινωνία ή ο ισχυρός θεός
φορέας της ηθικής; Σε αυτό το ανθρωπολογικό ερώτημα του τύπου «το αυγό
έκανε την κότα ή η κότα το αυγό;», η νέα επιστημονική απάντηση είναι ότι
συνέβη το πρώτο, δηλαδή προηγήθηκε η επέκταση της ανθρώπινης κοινωνίας
και ακολούθησε η πίστη στους παντοδύναμους τιμωρούς θεούς με τις
αυστηρές ηθικές αρχές.
Εδώ και χρόνια επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων συμφωνούν ότι υπάρχει
σχέση ανάμεσα στους θεούς και στην κοινωνική πολυπλοκότητα, αλλά
διαφωνούν ποιο από τα δύο προηγήθηκε και βοήθησε να εμφανισθεί το άλλο. Η
νέα έρευνα, η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα, με επικεφαλής τον
ανθρωπολόγο Πάτρικ Σάβιτζ του ιαπωνικού Πανεπιστημίου Κέιο, που
δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature», υποστηρίζει αρκετά πειστικά ότι η
πίστη στους θεούς σχεδόν πάντα αναδύθηκε μετά την άνοδο των πολύπλοκων
κοινωνιών. Μάλιστα αυτό συνέβη κάθε φορά, περίπου 100 χρόνια αφότου ο
πληθυσμός μιας μεγα-κοινωνίας ξεπερνούσε περίπου το ένα εκατομμύριο
ανθρώπους.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για 414 κοινωνίες που εμφανίστηκαν σε
30 διαφορετικές περιοχές κατά τα τελευταία 10.000 χρόνια στην παγκόσμια
ιστορία, από το τέλος της παλαιολιθικής εποχής έως τη βιομηχανική
επανάσταση. Αξιολογώντας κάθε κοινωνία με βάση 51 δείκτες κοινωνικής
πολυπλοκότητας (μέγεθος πληθυσμού, εμφάνιση ιεραρχίας, γραφειοκρατίας,
νομοθεσίας, χρήματος κ.α.) και τέσσερις δείκτες υπερφυσικής πίστης,
κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όταν μια κοινωνία υπερέβαινε ένα ορισμένο
μέγεθος και ένα βαθμό πολυπλοκότητας, τότε έτεινε να αναπτύσσει την
πίστη σε «μεγάλους» θεούς φορείς μιας καθολικής ηθικής.
Αυτή η πίστη σε μια ανώτερη δύναμη ηθικής, γνώσης και δύναμης, που
συνήθως ζούσε στον ουρανό, από όπου επέβλεπε τα πάντα, επιβράβευε τις
καλές πράξεις και τιμωρούσε τις κακές (π.χ. μέσω του κάρμα στις
ασιατικές θρησκείες), συνέβαλε καθοριστικά στο να προωθείται η κοινωνική
συνοχή και η συνεργασία ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους.
Αντίθετα, σύμφωνα με τους ανθρωπολόγους, οι μικρές κοινωνίες των
κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, όπου πολλοί ήταν συγγενείς μεταξύ τους και όλοι
ήξεραν όλους, συνεπώς οι αντικοινωνικές παρασπονδίες εύκολα
αντιμετωπίζονταν, δεν χρειάζονταν έναν ουράνιο υπερφυσικό «αστυνόμο».
Όσο όμως μεγάλωνε μια κοινωνία, ενσωματώνοντας -με ειρηνικά ή πολεμικά
μέσα- ολοένα περισσότερες ομάδες διαφορετικές μεταξύ τους από γλωσσική,
πολιτισμική και φυλετική άποψη, τόσο το «μάτι στον ουρανό» γινόταν όλο
και πιο χρήσιμο ως μηχανισμός αστυνόμευσης και ευταξίας σε μια κοινωνία
γεμάτη ανώνυμους και ξένους μεταξύ τους ανθρώπους.
Η νέα έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι «μεγάλοι» θεοί και οι
ηθικοί κώδικες τους, όπως ο Αιγύπτιος θεός-ήλιος Ρα και ο Θεός της
Παλαιάς Διαθήκης, αναδύθηκαν σταδιακά ξεκινώντας κατά την τρίτη χιλιετία
προ Χριστού. Τις περισσότερες φορές μια κοινωνία έφθανε στο «κατώφλι
του Θεού», όταν ο πληθυσμός της έφθανε στο όριο του ενός εκατομμυρίου.
«Είναι εντυπωσιακό με πόση συχνότητα αυτό το φαινόμενο έκανε την
εμφάνιση του στο επίπεδο του ενός εκατομμυρίου. Πρώτα εμφανίζονται οι
μεγάλες κοινωνίες και μετά ακολουθούν οι πίστεις στους μεγάλους θεούς»,
ανέφερε ο Σάβιτζ.
«Η έρευνα μας δείχνει ότι η θρησκεία παίζει λειτουργικό ρόλο στην
παγκόσμια ιστορία, βοηθώντας τις κοινωνίες να σταθεροποιηθούν και τους
ανθρώπους να συνεργασθούν. Αντίθετα με τις πραγματικά μικρές κοινωνίες,
στις μεγάλες κοινωνίες που είναι πιο ανώνυμες, μπορεί να μην ξέρεις
ποιόν να εμπιστευθείς», πρόσθεσε.
Τελικά, φαίνεται πως οι κοινωνίες δεν χρειάσθηκαν τη θρησκεία για να
εξελιχθούν. «Η θρησκεία δεν είναι η κύρια καθοδηγητική δύναμη της
κοινωνικής πολυπλοκότητας, όπως μερικές θεωρίες προέβλεψαν», δήλωσε ο
ανθρωπολόγος Χάρβεϊ Γουαϊτχάουζ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης,
συνεργάτης του Σάβιτζ.