Μια μοναδική γευστική και ταξιδιωτική εμπειρία θα έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν ταξιδιώτες σε όλη την Ελλάδα, συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία “Ανοιχτές πόρτες” στα επισκέψιμα οινοποιεία της χώρας μας.
Το Σάββατο 31 Μαϊου και την Κυριακή 1η Ιουνίου, από τις 11 το πρωί έως τις 6 απόγευμα, οι Έλληνες οινοπαραγωγοί υποδέχονται τους φίλους του κρασιού στα οινοποιεία τους, προσφέροντας δωρεάν ξεναγήσεις και γευστικές δομικές.
Παράλληλα, έχουν προγραμματιστεί ποικίλες εκδηλώσεις, ενώ οι επισκέπτες θα κερδίσουν δώρα και θα διασκεδάσουν με πολλές εκπλήξεις, με δωρεάν είσοδο.
Οι “Ανοιχτές Πόρτες” αποτελούν μία πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πόλεων του Κρασιού που έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, με στόχο το κάθε οινοποιείο που συμμετέχει να δημιουργήσει ένα γεγονός γύρω από το κρασί που θα φέρει τον καταναλωτή κοντά στο χώρο παραγωγής του.
Προγραμματίστε από τώρα το Σαββατοκύριακο σας και επισκεφτείτε ένα ή και περισσότερα οινοποιεία σε όποιο μέρος της Ελλάδας και αν βρίσκεστε, μυηθείτε στον μαγευτικό κόσμο του κρασιού, γνωρίστε τη διαδικασία της οινοπαραγωγής και δοκιμάστε εξαιρετικά Επώνυμα Ελληνικά Κρασιά.
Συγκεκριμένα θα έχετε την ευκαιρία να γευτείτε υψηλής ποιότητας κρασί και να δείτε από κοντά αμπελώνες σε όλη την Ελλάδα. Θα γνωρίσετε τους:
Καλύπτοντας μια έκταση που ξεκινά από την οροσειρά της Πίνδου στα δυτικά και καταλήγει στην Θράκη, στα ανατολικά, η γεωγραφική ζώνη της Βόρειας Ελλάδας έχει ως φυσικό νότιο σύνορο την οροσειρά του Ολύμπου.
Οι αμπελώνες στη Βόρεια Ελλάδα, περιλαμβάνουν τις περιοχές της Δράμας, της Καβάλας, της Χαλκιδικής, της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, της Ραψάνης, της Ζίτσας, τουΜετσόβου κ.ά. και καλύπτουν περίπου 100.000 στρέμματα. Επωφελούνται, μάλιστα, από το ηπιότερο και πιο υγρό κλίμα μεταξύ των αμπελουργικών περιοχών της Ελλάδας.
Έτσι, εδώ ευδοκιμούν αρκετές διεθνείς ποικιλίες, παράγοντας μερικά από τα καλύτερα κρασιά από σοβινιόν μπλαν, σαρντονέ και σιρά της Ελλάδας, αλλά και γηγενείς ποικιλίες, προεξέχοντος του ξινόμαυρου, της ευγενέστερης ερυθρής ποικιλίας των αμπελώνων στη Βόρεια Ελλάδα.
Σε αυτή την περιοχή οι αμπελώνες είναι διάσπαρτοι μέσα σε άλλες καλλιέργειες, κυρίως σε ομαλό ανάγλυφο, αλλά και σε πλαγιές ορεινών όγκων. Συχνά, γειτνιάζουν με θάλασσες και λίμνες, επωφελούμενοι από το ευνοϊκότερο μεσόκλιμα που δημιουργούν οι όγκοι νερού (παραθαλάσσια αμπελοτόπια).
Η κεντρική Ελλάδα είναι μια ετερογενής γεωλογικά και φυσιογραφικά γεωγραφική ζώνη, που περιλαμβάνει τη Θεσσαλία (αμπελώνες Μεσενικόλα, Αγχιάλου, Τυρνάβου) έως την οροσειρά της Πίνδου στα ανατολικά και το διαμέρισμα της Στερεάς Ελλάδας στα νότια (αμπελώνες Φθιώτιδας και Βοιωτίας, Αττικής).
Στην περιοχή της Αττικής συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος των αμπελώνων στην κεντρική Ελλάδα. Παρά την ποικιλομορφία κλιματικών και τοπογραφικών συνθηκών, οι αμπελώνες εδώ βρίσκονται κυρίως σε πεδινές περιοχές (ηπειρωτικά αμπελοτόπια) και το προϊόν τους προορίζεται κυρίως για την παραγωγή επιτραπέζιων οίνων.
Η καλλιέργεια της αμπέλου γίνεται ακόμη σε μεγάλο βαθμό με παραδοσιακές μεθόδους, εκτός από τις πρόσφατες φυτεύσεις και στηρίζεται κατά βάση στην καλλιέργεια γηγενών ποικιλιών, προεξέχοντος του σαββατιανού, της πρώτης σε έκταση φύτευσης ποικιλίας οινοποιίας στην Ελλάδα.
Αμπελώνες Πελοποννήσου
Η Πελοπόννησος είναι ορεινή περιοχή, που χωρίζεται σε δύο κύριους αμπελουργικούς τομείς, από τις οροσειρές που τη διασχίζουν. Τον έναν αποτελούν η κεντρική και ανατολική πλευρά, με βασικές περιοχές τη Νεμέα και τη Μαντίνεια και τον άλλον η δυτική περιοχή.
Αυτή ξεκινά από βορρά και τις πλαγιές του Παναχαϊκού όρους (Αίγιο και Πάτρα) και συνεχίζει σε όλο το μήκος των ακτών του Ιονίου πελάγους (Κεφαλλονιά), μέχρι τη Μεσσηνία και με κυριότερους αμπελώνες αυτούς της Αχαΐας στο Βορρά και της Ηλείας και Μεσσηνίας στο Νότο.
Οι αμπελώνες Πελοποννήσου και νησιών Ιονίου πελάγους αποτελούν μια περιοχή με ήπιο μεσογειακό κλίμα, λόγω της ευνοϊκής επίδρασης της θαλάσσιας μάζας του Κορινθιακού κόλπου (παραθαλάσσια αμπελοτόπια), αλλά και της προστασίας και των δροσερών ανέμων που παρέχουν οι οροσειρές της Στερεάς Ελλάδας και της κεντρικής Πελοποννήσου.
Συγκεντρώνονται κατά κύριο λόγο στις ημιορεινές και στις ορεινές περιοχές, άλλοτε σε έντονο ανάγλυφο και άλλοτε σε υψίπεδα και κοιλάδες, μεταξύ των ορεινών σχηματισμών (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια).
Οι αμπελώνες στην Κρήτη εντοπίζονται κυρίως στο ανατολικό τμήμα του νησιού και ιδιαίτερα στη βόρεια πλευρά, η οποία δέχεται την ευνοϊκή επίδραση των βόρειων-βορειοανατολικών θαλασσινών ανέμων. Αναπτύσσονται δε με ταχείς ρυθμούς και καθιστούν το νησί από τους σημαντικότερους σε δυναμική αμπελότοπους της Ελλάδας.
Συγκεντρώνονται κυρίως σε πεδινές εκτάσεις και οροπέδια, σε υψόμετρο έως και 1.000μ. και είναι πλέον διαμορφωμένοι σε γραμμικά σχήματα, αν και διατηρούνται ακόμη πολλά παραδοσιακά κύπελλα.
Οι οροσειρές των Λευκών Ορέων, της Ίδης και της Δίκτυς, µε πολλές δεκάδες κορυφές, διατρέχουν την Κρήτη, από δύση προς ανατολή, σχηματίζοντας μεγάλα οροπέδια και χαράδρες και δημιουργώντας μια ατελείωτη ποικιλομορφία από αμπελοτόπια, όπου ευδοκιμούν οι τοπικές ποικιλίες βηλάνα, κοτσιφάλι, λιάτικο και η
αιγαιοπελαγίτικη μανδηλαριά, καθώς και πλειάδα άλλων γηγενών ποικιλιών αμπέλου, καθώς και διεθνών. Το ιδιαίτερα ξηροθερµικό κλίμα της Κρήτης, µε την ηλιοφάνεια να καλύπτει το 70% των ηµερών του έτους και την ελάχιστη θερινή βροχόπτωση, μετριάζεται από τη γειτνίαση με το Κρητικό πέλαγος στο βορρά και το Λυβικό στο νότο (παραθαλάσσια αμπελοτόπια) και από το υψόμετρο (ορεινά και ημιορεινά αμπελοτόπια).
Αυτοί οι παράγοντες καθιστούν ευκολότερη την προσαρμογή της αμπέλου στο νοτιότερο σημείο της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Οι αμπελώνες στα νησιά του Αιγαίου πελάγους καλύπτουν χιλιάδες στρέμματα, όπου καλλιεργούνται σχεδόν αποκλειστικά γηγενείς ποικιλίες.
Η θετική επίδραση του τεράστιου υδάτινου όγκου της θάλασσας είναι δεδομένη στους αμπελώνες αυτών των νησιών (παραθαλάσσια αμπελοτόπια).
Στο βόρειο Αιγαίο κυριαρχεί η καλλιέργεια των λευκών μοσχάτων ποικιλιών (μοσχάτο άσπρο, μοσχάτο Αλεξανδρείας) ενώ στο νότο, στις Κυκλάδες και στα Δωδεκάνησα, οι αμπελώνες είναι φυτεμένοι κυρίως με ασύρτικο, αθήρι, μονεμβασιά και την ερυθρή ποικιλία μανδηλαριά, καθώς και με πλήθος άλλες τοπικές ποικιλίες, σε μικρή όμως έκταση.
Οι πολύ ισχυροί άνεμοι, που πνέουν καθ’ όλη τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, το έντονο και συχνά αφιλόξενο ανάγλυφο, τα φτωχά και άγονα εδάφη, με τους ελάχιστους υδατικούς πόρους τους, οδήγησαν στην επικράτηση του παραδοσιακού κυπέλλου ως το κυρίαρχο σχήμα διαμόρφωσης και καλλιέργειας.
Η αμπελουργία εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακή, καθώς ελάχιστοι αμπελώνες είναι μηχανοποιημένοι, ενώ συχνή είναι η διαμόρφωση αναβαθμίδων
(πεζούλες), για την αποφυγή της διάβρωσης και την εξοικονόμηση του λιγοστού βρόχινου νερού.
Μεταξύ των νησιών του νοτίου Αιγαίου, εξέχουσα θέση στην αμπελοκαλλιέργεια έχει η Σαντορίνη και το μοναδικό φυσικό της περιβάλλον (ηφαιστειακά αμπελοτόπια), αλλά και τα νησιά της Πάρου και της Ρόδου. Στο Βορρά, Σάμος και Λήμνος είναι διάσημες από πολύ παλιά για τα περίφημα γλυκά κρασιά τους.
Περισσότερες πληροφορίες για τα οινοποιεία της κάθε περιοχής μπορείτε να μάθετε με ένα κλικ
εδώ