O Μπέλιτ Όναϊ είναι ο πρώτος δήμαρχος πρωτεύουσας κρατιδίου με μεταναστευτικό υπόβαθρο στη Γερμανία. Ο τουρκικής καταγωγής νέος δήμαρχος Ανοβέρου από το κόμμα των Πρασίνων εξελέγη με 52,9% στο δεύτερο γύρο των πρόωρων δημοτικών εκλογών, οι οποίες έγιναν μετά από την παραίτηση του μέχρι πρότινος σοσιαλδημοκράτη δημάρχου λόγω οικονομικών ατασθαλιών. Είναι μόλις ο τέταρτος πράσινος δήμαρχος πρωτεύουσας κρατιδίου.
Στο ερώτημα εάν παίζει ρόλο το γεγονός ότι είναι μετανάστης δεύτερης γενιάς ο Μπέλιτ Όναϊ απαντά αρνητικά: «Η πολυπολιτισμικότητα αποτελεί πια κομμάτι της καθημερινότητας σε αυτή την πόλη». Και πράγματι, στο Ανόβερο περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού έχει μεταναστευτικό υπόβαθρο. Στους κάτω των δεκαοκτώ μάλιστα το ποσοστό αυτό αγγίζει το 50%. Η καταγωγή δεν ενδιαφέρει τους περισσότερους, λέει ο νέος δήμαρχος: «Σημασία έχει ποια πολιτική θα εφαρμόσουμε».
Ψηλά στην ατζέντα ο περιορισμός των καυσαερίων
Το αργότερο την επόμενη εβδομάδα ο νέος δήμαρχος αναλαμβάνει καθήκοντα. Και τον περιμένουν μεγάλες προκλήσεις και πολλά προβλήματα. Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο δήμαρχος Ανοβέρου, της πρωτεύουσας της Κάτω Σαξονίας, προέρχονταν από τους κόλπους των Σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι εξακολουθούν να έχουν την πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο. Θεωρείται επομένως δεδομένο ότι τόσο οι Σοσιαλδημοκράτες, όσο και Χριστιανοδημοκράτες θα κάνουν τα πάντα για να του κάνουν τη ζωή δύσκολη.
Ο πήχης των προσδοκιών από το νέο δήμαρχο είναι ψηλά. Τόσο τα άλλα κόμματα όσο και οι Πράσινοι περιμένουν πολλά από το νέο δήμαρχο κυρίως όσον αφορά την εφαρμογή της πολιτικής για μια αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος. Ψηλά στην ατζέντα του Μπέλιτ Όναϊ βρίσκεται ο περιορισμός της κυκλοφορίας οχημάτων με κινητήρα εσωτερικής καύσης στο κέντρο του Ανοβέρου.
Ο νέος δήμαρχος είχε, για παράδειγμα, ανακοινώσει ότι σχεδιάζει την καθολική απαγόρευσης κυκλοφορίας οχημάτων στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Σφυγμομέτρηση στο Ανόβερο έδειξε όμως ότι οι κάτοικοι της πόλης την απορρίπτουν. Η πίεση ωστόσο για άμεση λήψη μέτρων είναι μεγάλη, μιας και οι ρύποι από τα καυσαέρια ξεπερνούν εδώ και χρόνια τα επιτρεπτά όρια αλλά και επειδή περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη προσφύγει στη δικαιοσύνη ζητώντας άμεσα κυκλοφοριακά μέτρα για τον περιορισμό των ρύπων, όπως έχει ήδη γίνει σε πολλές άλλες γερμανικές πόλεις.