Αυτήν τη στιγμή πάνω από 50 παιδιά ζουν παρατημένα από τις μητέρες
τους σε νοσοκομεία του λεκανοπεδίου Αττικής. Επειδή οι ίδιες δεν είναι
σε θέση να τα φροντίσουν, επειδή ζουν σε συνθήκες που δεν είναι
κατάλληλες για να μεγαλώσει ένα παιδί, επειδή απλώς τα θεωρούν
ανεπιθύμητα. Μέσα στο 2015 ένας πολύ μεγάλος αριθμός παιδιών γεννήθηκαν
και έμειναν στο νοσοκομείο ακόμα και για 12 μήνες πριν καταλήξουν σε
κάποιο ίδρυμα. Παιδιά που μέχρι να φύγουν από το νοσοκομείο ζουν 24 ώρες
το 24ωρο κάτω απ’ το τεχνητό φως των θαλάμων νεογνών, που μεγαλώνουν
ανάμεσα σε συνεχή κλάματα από τα διπλανά νεογέννητα, που δεν ξέρουν τι
σημαίνει ησυχία, φως του ήλιου, σκοτάδι. Το χειρότερο απ’ όλα, όμως,
είναι ότι δεν μπορούν να έχουν τη φροντίδα που έχει ένα παιδί που ζει με
οικογένεια, γιατί πρέπει να μοιραστούν την ίδια μαία με άλλα 20, ακόμα
και 30 μωρά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Οι μαίες που καλούνται να
αναπληρώσουν τον ρόλο της μητέρας και να προσφέρουν φροντίδα και αγάπη
στα παρατημένα παιδιά προσφέρουν ένα κοινωνικό έργο που τις κάνει
αξιοθαύμαστες. Σε συνθήκες που έχουν γίνει πολύ δύσκολες μετά τις
απανωτές οικονομικές καταστροφές, προσπαθούν με απίστευτη ευσυνειδησία
και προσωπικό κόστος να προσφέρουν όσο περισσότερα μπορούν στα βρέφη,
μέχρι να πάνε στο ίδρυμα.
Η Δέσποινα είναι μαία εδώ και δέκα
χρόνια. Στην Πτέρυγα Νεογνών του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα ήρθε πριν από
τρία χρόνια και έχει περάσει αμέτρητες ώρες μαζί με αυτά τα παιδιά.
«Ήταν καθαρά δική μου επιλογή να γίνω μαία και ήταν εξαρχής δώρο Θεού»
μας λέει. «Μου άρεσε πάρα πολύ, ήταν η πρώτη μου επιλογή. Γενικά, μου
αρέσει να ασχολούμαι με το θαύμα της ζωής, με όλο αυτό. Ήταν μια
συνειδητή απόφαση». Μιλάει για τη «μεγάλη πληγή» και συγκινείται.
«Παλιότερα,
μια τυχαία μέρα, είχαμε πέντε με δέκα εγκαταλελειμμένα παιδιά το πολύ,
σήμερα έχουμε σε μόνιμη βάση 15 με 20 εγκαταλελειμμένα βρέφη. Είναι τόσο
μεγάλος ο αριθμός, που κάνουν ένα τμήμα στο νοσοκομείο από μόνα τους.
Είναι
πραγματικά πάρα πολλά, ειδικά αν σκεφτούμε ότι τα φροντίζει μία μαία σε
κάθε βάρδια. Για να καταλάβεις την κατάσταση, εκτός από τα
εγκαταλελειμμένα, μέσα στον θάλαμο, που είναι 5×5, βρίσκονται και τα
άλλα νεογέννητα, που είναι άλλα τόσα. Μπορεί ο αριθμός των νεογνών να
φτάσει και τα 35 καθημερινά. Τόσα έχουμε τώρα. Είναι ένα μεγάλο θέμα τα
παρατημένα παιδιά και πολύ στενόχωρο. Οι μητέρες τους είναι χρήστες
ναρκωτικών, άλλες απλώς τα εγκαταλείπουν γιατί δεν έχουν τα μέσα για να
τα μεγαλώσουν, κάποιες έχουν ψυχολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα και η
κοινωνική υπηρεσία δεν μπορεί να τους τα δώσει, υπάρχουν άλλες που έχουν
τον σύζυγό τους στην φυλακή, είναι μητέρες άστεγες, μετανάστριες και
πρόσφυγες. Υπάρχουν κάποιες που το σκάνε από το μαιευτήριο, τις
περισσότερες φορές θέλουν να τα πάρουν αλλά δεν μπορούν, γιατί δεν έχουν
τα μέσα να τα μεγαλώσουν.
Η κοινωνική υπηρεσία εξετάζει αυτές τις
περιπτώσεις και βλέπει ότι δεν γίνεται τα μωρά να ζήσουν με τη μητέρα
και τον πατέρα τους, γιατί δεν υπάρχει σπίτι γι’ αυτά και σωστό
οικογενειακό περιβάλλον. Τότε η κοινωνική υπηρεσία καλεί τον εισαγγελέα,
διερευνάται η υπόθεσή τους και πολλές φορές αποφασίζουν ότι τα παιδιά
δεν μπορούν να δοθούν στους γονείς. Έτσι, παραμένουν εδώ μέχρι να βρεθεί
χώρος σε κάποιο ίδρυμα, συνήθως στο Μητέρα. Από εδώ τα παιδιά φεύγουν
όταν είναι πάνω από 5 μηνών – τώρα τελευταία μένουν και περισσότερο.
Κάποια
μωρά πάνε στο μαιευτήριο Έλενα προσωρινά, εκεί υπάρχει ξεχωριστό τμήμα
με ειδικό προσωπικό. Εδώ, στο Αλεξάνδρα, δεν έχουμε ξεχωριστό τμήμα, τα
εγκαταλελειμμένα μένουν μαζί με τα άλλα νεογέννητα. Οι διαδικασίες
καθυστερούν πάρα πολύ, γιατί πρέπει ο εισαγγελέας να διερευνήσει
ξεχωριστά για κάθε παιδί, να αποφασιστεί τι θα γίνει από δω και πέρα και
όλο αυτό κρατάει ένα εξάμηνο. Μπορεί και παραπάνω. Έχει μείνει σ’ εμάς
παιδί έναν ολόκληρο χρόνο. Αυτήν τη στιγμή έχουμε κάποιο που είναι εννιά
μηνών, τον Οκτώβριο είχαμε ένα που ήταν έντεκα μηνών, κόντευε να
χρονίσει.
Τα παιδιά αυτά έχουν πολύ μεγάλες ανάγκες. Στο Αλεξάνδρα
δεν υπάρχουν υποδομές γι’ αυτά τα μωρά, καθώς το νοσοκομείο είναι
μαιευτήριο. Ένα νεογέννητο σε κανονικές συνθήκες μένει 3-4 μέρες και
μετά φεύγει. Ένα παιδί που μένει εδώ έχει άλλες ανάγκες, χρειάζεται
πάνες σε διαφορετικά μεγέθη, περισσότερη ποσότητα γάλακτος, ρούχα,
φαγητό που πρέπει να έχει ποικιλία όσο μεγαλώνει. Είναι μεγάλα έξοδα που
τα πληρώνει το νοσοκομείο, αλλά λόγω της κακής κατάστασης όλα είναι σε
έλλειψη. Μας βοηθούν οι λεχώνες που βλέπουν τα παιδιά δίπλα στα δικά
τους και όταν βγουν, επιστρέφουν και μας φέρνουν ρουχαλάκια.
Έτσι,
αυτήν τη στιγμή έχουμε πολλά. Αλλά πάνες, γάλατα και φαγητό χρειάζονται
συνέχεια. Όποιος έχει διάθεση να βοηθήσει, πρέπει να έρθει από εδώ και
να μιλήσει με τον διευθυντή και την προϊσταμένη για να μάθει πώς.
Υπάρχουν διαφορετικές ελλείψεις κάθε στιγμή. Τα μωρά δεν έχουν πού να
κοιμηθούν γιατί οι κούνιες είναι συγκεκριμένων διαστάσεων, για νεογνά,
έτσι, όταν μεγαλώσουν, γίνονται δύσκολα τα πράγματα. Έχουμε μόνο ένα
παρκοκρέβατο, όπου βάζουμε τα πιο μεγάλα μωρά, και τα υπόλοιπα
διατρέχουν τον κίνδυνο να πέσουν από την κούνια, γιατί θέλουν να
γυρίσουν, να πιαστούν από κάπου να σηκωθούν. Δεν μπορείς να έχει ένα
παιδί καθηλωμένο 24 ώρες το 24ωρο.
Ένα παιδάκι οκτώ μηνών είναι
αεικίνητο και πρέπει να έχεις συνέχεια τα μάτια πάνω του. Αυτό
επιβαρύνει σίγουρα το έργο μας. Φανταστείτε να έχεις 10-15 παιδιά που
κινδυνεύουν να πέσουν από την κούνια και να υπάρχει μόνο μία μαία που τα
προσέχει. Έχει χρειαστεί πολλές φορές να αγοράσουμε πράγματα από μόνες
μας γι’ αυτά τα μωρά. Μου έχει τύχει πάρα πολλές φορές να πω «δεν μπορώ
άλλο». Η αγάπη, όμως, με κρατάει. Βλέπεις τα παιδικά μάτια τριγύρω και
θέλεις να δώσεις όση αγάπη έχεις μέσα σου. Είναι κάτι που σε επιβαρύνει
και σωματικά και ψυχολογικά. Εκτός από την κούραση, με ένα παιδί δένεσαι
και όταν φεύγει, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Τα βλέπεις να μεγαλώνουν 24
ώρες το 24ωρο. Δεν βλέπεις μόνο τη σωματική αλλά και τη νοητική τους
εξέλιξη, το πώς θα σου χαμογελάσουν, το πώς θέλουν να σηκωθούν να
παίξουν, να δουν εικόνες. Χρειάζονται αγκαλιά, χέρια να τα αγγίζουν, δεν
μπορεί να είναι καθηλωμένα σε μια κούνια συνέχεια. Ένα παιδί εννέα
μηνών είναι αρκετά μεγάλο για να αντιληφθεί τα πάντα γύρω του, τα
πρόσωπα, τους ανθρώπους. Και αισθάνονται ότι δεν έχουν μαμά.
Γκρινιάζουν.
Μας βλέπουν που περνάμε από δίπλα κι ενώ εμείς
ασχολούμαστε με τα άλλα νεογέννητα, αυτά κλαίνε γιατί θέλουν μία
αγκαλιά. Αλλά όταν έχεις 35 παιδιά, ποιο να πρωτοπάρεις αγκαλιά; Και
πόσο; Να το πάρεις 5 πέντε λεπτά και μετά τι; Το παιδί χρειάζεται να του
διαθέσεις χρόνο και δεν τον έχουμε. Σε κάθε βάρδια είναι μία έως δύο
μαίες το πολύ. Και δεν μπορούν να βρίσκονται τόσα παιδιά σε έναν τόσο
μικρό χώρο. Στο δωμάτιο με τις κούνιες δεν χωράμε να περάσουμε. Ο χώρος
είναι εντελώς ακατάλληλος. Υπάρχει θόρυβος, γιατροί και προσωπικό που
μπαινοβγαίνουν, νεογέννητα που έρχονται και φεύγουν. Τα παιδιά αυτά δεν
έχουν την ηρεμία να κοιμηθούν. Έχουν συνέχεια ένα φως από πάνω τους, δεν
αναγνωρίζουν αν είναι μέρα ή νύχτα. Δεν έχουν βγει ποτέ έξω από τον
θάλαμο.
Ασχολούμαστε πραγματικά και δίνουμε μεγάλο αγώνα, γιατί
δεν μπορείς να αφήσεις ένα παιδί ξεχασμένο απλώς σε μια κούνια, είναι
τραγικό. Από ό,τι μας λένε και στο Ίδρυμα Μητέρα, όταν πηγαίνουν εκεί τα
δικά μας τα μωρά έχουν καλή νοητική εξέλιξη. Τα παιδάκια αυτά είναι
χαρούμενα, δεν φαίνονται θλιμμένα, που σημαίνει ότι μάλλον κάνουμε καλή
δουλειά εδώ. Παίζει μεγάλο ρόλο το να μιλήσουν και να γελάσουν, να πάρει
κάποια έκφραση το πρόσωπό τους. Νιώθουμε ότι είμαστε οι μαμάδες τους
όσο τα έχουμε εδώ και όταν φεύγουν, στενοχωριόμαστε, αλλά σκεφτόμαστε
ότι πρέπει να υπάρξει ένα καλύτερο αύριο γι” αυτά τα παιδιά. Όταν
φεύγουν από μας, τα πιο πολλά μένουν στο Μητέρα για πολύ καιρό, γιατί
είναι και δύσκολες οι διαδικασίες υιοθεσίας.
Από το μαιευτήριό μας
δεν μπορεί να πάρει κανένας μωρό, απαγορεύεται. Πρέπει αρχικά να δώσει
τη συγκατάθεσή της η μητέρα και όλες αυτές οι διαδικασίες γίνονται στο
ίδρυμα. Καμιά φορά μας παίρνουν γονείς που θέλουν να υιοθετήσουν παιδί
και ζητάνε να πάρουν από εμάς, αλλά αυτό δεν γίνεται. Εδώ ουσιαστικά
φιλοξενούμε τα μωρά μέχρι να πάνε στο ίδρυμα.
Είναι πάρα πολύ
δύσκολο ένα μόνο άτομο να φροντίσει τόσο πολλά παιδιά. Έχουμε ζητήσει
επανειλημμένα βοήθεια από το υπουργείο και από διάφορες άλλες υπηρεσίες,
αλλά δεν γίνεται τίποτα. Στο νοσοκομείο υπάρχει θάλαμος που θα μπορούσε
να γίνει ειδικός χώρος για τα εγκαταλελειμμένα μωρά. Θα μπορούσαν να
προσλάβουν και προσωπικό. Πέντε άτομα θα ήταν αρκετά, δεν νομίζω ότι
είναι τόσο δύσκολο. Τα παιδιά είναι κανονικοί άνθρωποι, δεν σημαίνει ότι
επειδή είναι νεογέννητα θα τους δώσεις ένα γάλα και τέλος. Δεν γίνονται
αυτά, έχουν πολλές ανάγκες. Δεν είναι επάγγελμα αυτό που κάνουμε, είναι
λειτούργημα και δεν είναι ένα οκτάωρο που κάνεις πέντε δουλειές και
φεύγεις. Μόνο η υπερένταση που ζεις αυτές τις ώρες, το κλάμα, η
ορθοστασία, η τεράστια ευθύνη, κάνουν την κατάσταση πολύ δύσκολη.»
Πηγή: lifo.gr