Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) σε Παιδιά και Εφήβους
Γράφει η Nένη Περβανίδου, Λέκτορας Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής, Α’ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων “Η Αγία Σοφία”
Nένη Περβανίδου
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) αποτελεί τη .....
συχνότερη νευροαναπτυξιακή διαταραχή της παιδικής ηλικίας (5-8% παγκοσμίως) και σχετιζεται με λειτουργικές και δομικές διαφοροποιήσεις στον εγκέφαλο. Η ΔΕΠΥ χαρακτηρίζεται από συμπτώματα απροσεξίας, υπερκινητικότητας και παρορμητικότητας τα οποία είναι ανάρμοστα για το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού και προκαλούν σοβαρή δυσλειτουργία στις ακαδημαϊκές επιδόσεις και την κοινωνική προσαρμογή. Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι της ΔΕΠΥ: o τύπος με κυρίως ελλειμματική προσοχή, ο τύπος με υπερκινητικότητα και ο μικτός.
Παρότι τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ μεταβάλλονται με την πάροδο της ηλικίας –η υπερκινητικότητα και η παρορμητική συμπεριφορά υποχωρούν ενώ η ελλειμματική προσοχή κυριαρχεί στους ενήλικές - οι μελέτες που παρακολουθησαν τα παιδιά με ΔΕΠΥ στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή δείχνουν ότι η διαταραχή συχνά επιμένει και συνδέεται με σημαντική ψυχοπαθολογία, σχολική και επαγγελματική αποτυχία, δυσκολίες με την οικογένεια και τους φίλους, συναισθηματικά προβλήματα και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Βιολογικοί και Περιβαλλοντικοί Παράγοντες Κινδύνου
Νευροαπεικονιστικές, πειραματικές και γενετικές μελέτες έδειξαν ότι ΔΕΠΥ σχετίζεται με λειτουργικά ελλείμματα στα κυκλώματα των νευροδιαβιβαστών σε περιοχές του εγκεφάλου, όπως ο προμετωπιαίος φλοιός, με τις εκτελεστικές λειτουργίες, ο προκινητικός φλοιός, ο ιππόκαμπος και η παρεγκεφαλίδα. Η συχνότητα της ΔΕΠΥ είναι σημαντικά υψηλότερη στις οικογένειες (γονείς και αδέλφια) παιδιών με επίμονη ΔΕΠΥ ενω 30% περίπου των παιδιών αυτών έχουν ενα γονέα με την ίδια διάγνωση. ΟΙκογενειακές μελέτες, διδύμων και υιοθετημένων παιδιών, υποστηρίζουν οτι υπάρχει μεγάλου βαθμού κληρονομικότητα που φτάνει το 80% σε μονοωογενείς διδύμους. Η έρευνα έχει δείξει οτι συγκεκριμένοι πολυμορφισμοί στα ντοπαμινεργικά και σεροτονεργικά γονιδια αυξάνουν σημαντικά τον κινδυνο για ΔΕΠΥ. Οι πολυμορφισμοί αυτοί αυξάνουν ακόμα περισσότερο τον κίνδυνο για ΔΕΠΥ όταν συνδυάζονται με περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου.
Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που περισσότερο έχουν συσχετιστεί με ΔΕΠΥ είναι το κάπνισμα και η χρήση αλκοόλ, ειδικότερα κατα την κύηση. Επίσης, η προωρότητα, το μητρικό στρες κατα την κύηση, το μικρό βάρος γέννησης, τα περιγεννητικά προβλήματα. Άλλοι παράγοντες που έχουν μελετηθεί και έχει φανεί οτι πιθανά σχετίζονται με ΔΕΠΥ είναι τα προσθετικά των τροφών και η ζάχαρη. Τέλος, αρκετές μελέτες έχουν αποδείξει οτι η έκθεση τω παιδιών σε φυτοφάρμακα, πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), φθαλικές ενώσεις, μόλυβδο, υδράργυρο, μαγγάνιο, σχετίζεται με τη διάγνωση της ΔΕΠΥ ή με τύπου-ΔΕΠΥ χαρακτηριστικά.
Οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με την οικογένεια, δεν προκαλούν ΔΕΠΥ αλλά μπορει να επιδεινώσουν τα συμπτώματα ή να δράσουν επιβαρυντικά στην αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
Γιατί πρέπει να αντιμετωπιστεί η ΔΕΠΥ
Η ΔΕΠΥ συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για ατυχήματα στα παιδιά: Τα παιδιά με ΔΕΠΥ συγκριτικά με μάρτυρες ίδιας ηλικίας χωρίς ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να τραυματιστούν σαν πεζοί ή ποδηλάτες καθώς και να έχουν αυτοτραυματισμούς από ατυχήματα.
Τα σχολικά προβλήματα που σχετίζονται με τη ΔΕΠΥ αποτελούν το πιο συχνό αίτημα των γονέων για εξέταση των παιδιών τους από ειδικούς. Τις περισσότερες φορές, τα προβλήματα αναδύονται κατά την πρώτη επαφή του παιδιού με το σχολικό πλαίσιο, στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και αφορούν όχι μόνο τις σχολικές επιδόσεις και τα επακόλουθα μαθησιακά κενά που οδηγούν τελικά σε σχολική αποτυχία και χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και τα σοβαρότατα προβλήματα συμπεριφοράς που σχετίζονται με βασικούς κανόνες λειτουργίας του σχολείου. Συνολικά, η ΔΕΠΥ συνοδεύεται σε μεγάλο ποσοστό (50-80%) από άλλες διαταραχές, οι συνηθέστερες των οποίων είναι η εναντιωματική διαταραχή, η διαταραχή διαγωγής, το άγχος και η κατάθλιψη καθώς και οι μαθησιακές δυσκολίες.
Διανύοντας την εφηβεία, τα παιδιά με ΔΕΠΥ, έχουν αυξημένο κίνδυνο για κάπνισμα και κατάχρηση ουσιών. Οι νεαροί ενήλικες με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να οδηγηθούν από την κατάχρηση αλκοόλ στην κατάχρηση ουσιών, που επιμένει στην μετέπειτα ζωή τους. Τελικά, τα παιδιά με ΔΕΠΥ, έχουν αυξημένες πιθανότητες να εγκαταλείψουν το σχολείο, και αργότερα να έχουν επαγγελματικές αποτυχίες καθώς και αποτυχία στην οικογενειακή και προσωπική ζωή.
Η ΔΕΠΥ όμως επηρεάζει αρνητικά και την ποιότητα της ζωής των γονιών:oι οικογένειες των παιδιών με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες, όπως διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις, αίσθημα μη συνοχής της οικογένειας, διαμάχες, κατάθλιψη στους γονείς και υψηλότερα ποσοστά διαζυγίων. Επιπρόσθετα, η παιδική ΔΕΠΥ έχει φανεί ότι επηρεάζει αρνητικά την εργασιακή κατάσταση και την παραγωγικότητα των γονέων: κάποιοι αναγκάζονται να αλλάξουν τον τύπο εργασίας τους, άλλοι να ελαττώσουν τις ώρες εργασίας ή ακόμα και να διακόψουν να εργάζονται.
Αντιμετώπιση
H θεραπεία της ΔΕΠΥ στοχεύει όχι μόνο στην ελαχιστοποίηση των βασικών συμπτωμάτων, αλλά κυρίως στην αποκατάσταση της σχετιζόμενης δυσλειτουργίας. Η βελτίωση των συμπτωμάτων, με βάση τα τρέχοντα έγκυρα εργαλεία αξιολόγησης, αποτελεί πιο εύκολα μετρήσιμο θεραπευτικό στόχο. Είναι όμως εξίσου σημαντική και η αξιολόγηση της λειτουργικότητας καθώς και της ποιότητας ζωής του παιδιού, όπως αυτά αξιολογούνται από την τελική ικανότητα του να ολοκληρώνει ευκολότερα τις σχολικές εργασίες, να συμμετέχει στο σχολικό πλαίσιο χωρίς να προκαλεί προβλήματα, να μπορεί να εμπλακεί σε εξωσχολικές δραστηριότητες, να είναι ικανό να διατηρήσει καλές σχέσεις με συνομηλίκους και άλλα μέλη της οικογένειας. Συνολικά, να βελτιωθεί η αυτοεκτίμησή του που διαφορετικά οδηγεί στο φαύλο κύκλο προβληματική συμπεριφορά-σχολική αποτυχία-συμπεριφορές υψηλού κινδύνου-κοινωνική περιθωριοποίηση.
Για τη σωστή εκτίμηση των θεραπευτικών στόχων, είναι απαραίτητο να συνυπολογίζεται η υψηλή, έως και 80%, συνοσηρότητα της διαταραχής, που όπως αναφέρθηκε αφορά κυρίως δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες, εναντιωματική διαταραχή και διαταραχή διαγωγής, άγχος και κατάθλιψη.
Η πιο ολοκληρωμένη, ευρεία και τεκμηριωμένη μελέτη της αποτελεσματικότητας των θεραπειών για τη ΔΕΠΥ σε παιδιά μέχρι σήμερα είναι η μελέτη ΜΤΑ του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (National Institute of Mental Health Multimodal Treatment Study of Children With ADHD), μια τυχαιοποιημένη μελέτη σε μεγάλο αριθμό παιδιών 7-10 χρονών, από πολλές πόλεις των ΗΠΑ, που σχεδιάστηκε για να εξετάσει την αποτελεσματικότητα διαφόρων θεραπευτικών επιλογών για τη ΔΕΠΥ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά με συνδυασμένη φαρμακευτική και συμπεριφορική θεραπεία είχαν σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα σχετικά με όλες τις άλλες ομάδες. Παρότι δεν χρειάζονται όλα τα παιδιά φαρμακευτική θεραπεία, για τις περιπτώσεις που κρίνεται και είναι επιθυμητή, η συνδυασμένη συμπεριφορική και φαρμακευτική θεραπεία, με τη μαθησιακή αποκατάσταση αποτελούν τη βάση της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της ΔΕΠΥ .
http://ksipnistere.blogspot.gr
Γράφει η Nένη Περβανίδου, Λέκτορας Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής, Α’ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων “Η Αγία Σοφία”
Nένη Περβανίδου
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) αποτελεί τη .....
συχνότερη νευροαναπτυξιακή διαταραχή της παιδικής ηλικίας (5-8% παγκοσμίως) και σχετιζεται με λειτουργικές και δομικές διαφοροποιήσεις στον εγκέφαλο. Η ΔΕΠΥ χαρακτηρίζεται από συμπτώματα απροσεξίας, υπερκινητικότητας και παρορμητικότητας τα οποία είναι ανάρμοστα για το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού και προκαλούν σοβαρή δυσλειτουργία στις ακαδημαϊκές επιδόσεις και την κοινωνική προσαρμογή. Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι της ΔΕΠΥ: o τύπος με κυρίως ελλειμματική προσοχή, ο τύπος με υπερκινητικότητα και ο μικτός.
Παρότι τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ μεταβάλλονται με την πάροδο της ηλικίας –η υπερκινητικότητα και η παρορμητική συμπεριφορά υποχωρούν ενώ η ελλειμματική προσοχή κυριαρχεί στους ενήλικές - οι μελέτες που παρακολουθησαν τα παιδιά με ΔΕΠΥ στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή δείχνουν ότι η διαταραχή συχνά επιμένει και συνδέεται με σημαντική ψυχοπαθολογία, σχολική και επαγγελματική αποτυχία, δυσκολίες με την οικογένεια και τους φίλους, συναισθηματικά προβλήματα και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Βιολογικοί και Περιβαλλοντικοί Παράγοντες Κινδύνου
Νευροαπεικονιστικές, πειραματικές και γενετικές μελέτες έδειξαν ότι ΔΕΠΥ σχετίζεται με λειτουργικά ελλείμματα στα κυκλώματα των νευροδιαβιβαστών σε περιοχές του εγκεφάλου, όπως ο προμετωπιαίος φλοιός, με τις εκτελεστικές λειτουργίες, ο προκινητικός φλοιός, ο ιππόκαμπος και η παρεγκεφαλίδα. Η συχνότητα της ΔΕΠΥ είναι σημαντικά υψηλότερη στις οικογένειες (γονείς και αδέλφια) παιδιών με επίμονη ΔΕΠΥ ενω 30% περίπου των παιδιών αυτών έχουν ενα γονέα με την ίδια διάγνωση. ΟΙκογενειακές μελέτες, διδύμων και υιοθετημένων παιδιών, υποστηρίζουν οτι υπάρχει μεγάλου βαθμού κληρονομικότητα που φτάνει το 80% σε μονοωογενείς διδύμους. Η έρευνα έχει δείξει οτι συγκεκριμένοι πολυμορφισμοί στα ντοπαμινεργικά και σεροτονεργικά γονιδια αυξάνουν σημαντικά τον κινδυνο για ΔΕΠΥ. Οι πολυμορφισμοί αυτοί αυξάνουν ακόμα περισσότερο τον κίνδυνο για ΔΕΠΥ όταν συνδυάζονται με περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου.
Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που περισσότερο έχουν συσχετιστεί με ΔΕΠΥ είναι το κάπνισμα και η χρήση αλκοόλ, ειδικότερα κατα την κύηση. Επίσης, η προωρότητα, το μητρικό στρες κατα την κύηση, το μικρό βάρος γέννησης, τα περιγεννητικά προβλήματα. Άλλοι παράγοντες που έχουν μελετηθεί και έχει φανεί οτι πιθανά σχετίζονται με ΔΕΠΥ είναι τα προσθετικά των τροφών και η ζάχαρη. Τέλος, αρκετές μελέτες έχουν αποδείξει οτι η έκθεση τω παιδιών σε φυτοφάρμακα, πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), φθαλικές ενώσεις, μόλυβδο, υδράργυρο, μαγγάνιο, σχετίζεται με τη διάγνωση της ΔΕΠΥ ή με τύπου-ΔΕΠΥ χαρακτηριστικά.
Οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με την οικογένεια, δεν προκαλούν ΔΕΠΥ αλλά μπορει να επιδεινώσουν τα συμπτώματα ή να δράσουν επιβαρυντικά στην αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.
Γιατί πρέπει να αντιμετωπιστεί η ΔΕΠΥ
Η ΔΕΠΥ συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για ατυχήματα στα παιδιά: Τα παιδιά με ΔΕΠΥ συγκριτικά με μάρτυρες ίδιας ηλικίας χωρίς ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να τραυματιστούν σαν πεζοί ή ποδηλάτες καθώς και να έχουν αυτοτραυματισμούς από ατυχήματα.
Τα σχολικά προβλήματα που σχετίζονται με τη ΔΕΠΥ αποτελούν το πιο συχνό αίτημα των γονέων για εξέταση των παιδιών τους από ειδικούς. Τις περισσότερες φορές, τα προβλήματα αναδύονται κατά την πρώτη επαφή του παιδιού με το σχολικό πλαίσιο, στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και αφορούν όχι μόνο τις σχολικές επιδόσεις και τα επακόλουθα μαθησιακά κενά που οδηγούν τελικά σε σχολική αποτυχία και χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και τα σοβαρότατα προβλήματα συμπεριφοράς που σχετίζονται με βασικούς κανόνες λειτουργίας του σχολείου. Συνολικά, η ΔΕΠΥ συνοδεύεται σε μεγάλο ποσοστό (50-80%) από άλλες διαταραχές, οι συνηθέστερες των οποίων είναι η εναντιωματική διαταραχή, η διαταραχή διαγωγής, το άγχος και η κατάθλιψη καθώς και οι μαθησιακές δυσκολίες.
Διανύοντας την εφηβεία, τα παιδιά με ΔΕΠΥ, έχουν αυξημένο κίνδυνο για κάπνισμα και κατάχρηση ουσιών. Οι νεαροί ενήλικες με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να οδηγηθούν από την κατάχρηση αλκοόλ στην κατάχρηση ουσιών, που επιμένει στην μετέπειτα ζωή τους. Τελικά, τα παιδιά με ΔΕΠΥ, έχουν αυξημένες πιθανότητες να εγκαταλείψουν το σχολείο, και αργότερα να έχουν επαγγελματικές αποτυχίες καθώς και αποτυχία στην οικογενειακή και προσωπική ζωή.
Η ΔΕΠΥ όμως επηρεάζει αρνητικά και την ποιότητα της ζωής των γονιών:oι οικογένειες των παιδιών με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες, όπως διαταραγμένες διαπροσωπικές σχέσεις, αίσθημα μη συνοχής της οικογένειας, διαμάχες, κατάθλιψη στους γονείς και υψηλότερα ποσοστά διαζυγίων. Επιπρόσθετα, η παιδική ΔΕΠΥ έχει φανεί ότι επηρεάζει αρνητικά την εργασιακή κατάσταση και την παραγωγικότητα των γονέων: κάποιοι αναγκάζονται να αλλάξουν τον τύπο εργασίας τους, άλλοι να ελαττώσουν τις ώρες εργασίας ή ακόμα και να διακόψουν να εργάζονται.
Αντιμετώπιση
H θεραπεία της ΔΕΠΥ στοχεύει όχι μόνο στην ελαχιστοποίηση των βασικών συμπτωμάτων, αλλά κυρίως στην αποκατάσταση της σχετιζόμενης δυσλειτουργίας. Η βελτίωση των συμπτωμάτων, με βάση τα τρέχοντα έγκυρα εργαλεία αξιολόγησης, αποτελεί πιο εύκολα μετρήσιμο θεραπευτικό στόχο. Είναι όμως εξίσου σημαντική και η αξιολόγηση της λειτουργικότητας καθώς και της ποιότητας ζωής του παιδιού, όπως αυτά αξιολογούνται από την τελική ικανότητα του να ολοκληρώνει ευκολότερα τις σχολικές εργασίες, να συμμετέχει στο σχολικό πλαίσιο χωρίς να προκαλεί προβλήματα, να μπορεί να εμπλακεί σε εξωσχολικές δραστηριότητες, να είναι ικανό να διατηρήσει καλές σχέσεις με συνομηλίκους και άλλα μέλη της οικογένειας. Συνολικά, να βελτιωθεί η αυτοεκτίμησή του που διαφορετικά οδηγεί στο φαύλο κύκλο προβληματική συμπεριφορά-σχολική αποτυχία-συμπεριφορές υψηλού κινδύνου-κοινωνική περιθωριοποίηση.
Για τη σωστή εκτίμηση των θεραπευτικών στόχων, είναι απαραίτητο να συνυπολογίζεται η υψηλή, έως και 80%, συνοσηρότητα της διαταραχής, που όπως αναφέρθηκε αφορά κυρίως δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες, εναντιωματική διαταραχή και διαταραχή διαγωγής, άγχος και κατάθλιψη.
Η πιο ολοκληρωμένη, ευρεία και τεκμηριωμένη μελέτη της αποτελεσματικότητας των θεραπειών για τη ΔΕΠΥ σε παιδιά μέχρι σήμερα είναι η μελέτη ΜΤΑ του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (National Institute of Mental Health Multimodal Treatment Study of Children With ADHD), μια τυχαιοποιημένη μελέτη σε μεγάλο αριθμό παιδιών 7-10 χρονών, από πολλές πόλεις των ΗΠΑ, που σχεδιάστηκε για να εξετάσει την αποτελεσματικότητα διαφόρων θεραπευτικών επιλογών για τη ΔΕΠΥ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά με συνδυασμένη φαρμακευτική και συμπεριφορική θεραπεία είχαν σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα σχετικά με όλες τις άλλες ομάδες. Παρότι δεν χρειάζονται όλα τα παιδιά φαρμακευτική θεραπεία, για τις περιπτώσεις που κρίνεται και είναι επιθυμητή, η συνδυασμένη συμπεριφορική και φαρμακευτική θεραπεία, με τη μαθησιακή αποκατάσταση αποτελούν τη βάση της αποτελεσματικής αντιμετώπισης της ΔΕΠΥ .
http://ksipnistere.blogspot.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου