Ανθρακούχα αναψυκτικά, ενεργειακά ποτά, φρουτοποτά και
καφεϊνούχα ροφήματα βάζουν για ακόμη μία φορά στο στόχαστρο οι
επιστήμονες, επισημαίνοντας την αρνητική επίδραση που έχουν
μακροπρόθεσμα στην υγεία της καρδιάς.
Ερευνητές από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ
μελέτησαν πώς επηρεάζουν την υγεία διάφορες γλυκαντικές ουσίες, κυρίως η
φρουκτόζη, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι μόλις μία ή δύο μερίδες
ζαχαρούχων ποτών την ημέρα μπορούν να οδηγήσουν στην υπερβολική αύξηση
του βάρους και στον αυξημένο κίνδυνο διαβήτη και καρδιοπάθειας.
Η σχετική μελέτη δημοσιεύεται στο επίσημο περιοδικό του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας.
«Τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν την άμεση ανάγκη να εφαρμοστούν στρατηγικές με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης αυτών των ποτών», δηλώνει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Δρ Φρανκ Χου, καθηγητής Διατροφολογίας και Επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ. «Η συστηματική κατανάλωση ζαχαρούχων ποτών μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του σωματικού βάρους, καθώς οι υγρές θερμίδες δεν προωθούν τον κορεσμό και επομένως δεν συνοδεύονται από μειωμένη πρόσληψη τροφής», συμπληρώνει ο καθηγητής.
Ο Χου και οι συνεργάτες του ανέλυσαν στοιχεία από παλαιότερες έρευνες και διαπίστωσαν ότι ποσότητα που αντιστοιχεί μόλις σε μία ή δύο μερίδες ζαχαρούχων ποτών την ημέρα (αναψυκτικά, έτοιμοι χυμοί φρούτων κ.λπ.) αυξάνει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2 περίπου κατά 26%. Ίδια ποσότητα ζαχαρούχων ποτών την ημέρα αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος ή θανάτου λόγω καρδιοπάθειας κατά 35% και τον κίνδυνο εγκεφαλικού κατά 16%.
Οι ερευνητές εστίασαν κυρίως στη φρουκτόζη, η οποία βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στο σιρόπι καλαμποκιού (HFCS) και σε άλλα σάκχαρα που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ποτών και ροφημάτων. Η φρουκτόζη υπάρχει φυσικά σε πολλά φρούτα και λαχανικά, όμως στην περίπτωση αυτή οι ποσότητες είναι μικρές, σε επίπεδο που δεν αποτελούν κίνδυνο για την υγεία. Όταν όμως χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, η φρουκτόζη προστίθεται σε ευρεία γκάμα προϊόντων και σωρευτικά η ημερήσια πρόσληψη αυξάνεται υπερβολικά.
Όπως εξηγεί ο Χου, η φρουκτόζη μεταβολίζεται ταχύτατα από το συκώτι, όταν όμως η ποσότητα ζάχαρης είναι μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να μεταβολίσει το συκώτι, η περιττή ποσότητα μετατρέπεται σε λίπος. Μέρος αυτών των λιπαρών περνά στο αίμα και κατά συνέπεια ανεβαίνουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων. Τα αυξημένα επίπεδα λιπαρών στο αίμα αποτελούν βασικό παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση καρδιοπάθειας.
Η σχετική μελέτη δημοσιεύεται στο επίσημο περιοδικό του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας.
«Τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν την άμεση ανάγκη να εφαρμοστούν στρατηγικές με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης αυτών των ποτών», δηλώνει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Δρ Φρανκ Χου, καθηγητής Διατροφολογίας και Επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ. «Η συστηματική κατανάλωση ζαχαρούχων ποτών μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του σωματικού βάρους, καθώς οι υγρές θερμίδες δεν προωθούν τον κορεσμό και επομένως δεν συνοδεύονται από μειωμένη πρόσληψη τροφής», συμπληρώνει ο καθηγητής.
Ο Χου και οι συνεργάτες του ανέλυσαν στοιχεία από παλαιότερες έρευνες και διαπίστωσαν ότι ποσότητα που αντιστοιχεί μόλις σε μία ή δύο μερίδες ζαχαρούχων ποτών την ημέρα (αναψυκτικά, έτοιμοι χυμοί φρούτων κ.λπ.) αυξάνει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2 περίπου κατά 26%. Ίδια ποσότητα ζαχαρούχων ποτών την ημέρα αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος ή θανάτου λόγω καρδιοπάθειας κατά 35% και τον κίνδυνο εγκεφαλικού κατά 16%.
Οι ερευνητές εστίασαν κυρίως στη φρουκτόζη, η οποία βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες στο σιρόπι καλαμποκιού (HFCS) και σε άλλα σάκχαρα που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ποτών και ροφημάτων. Η φρουκτόζη υπάρχει φυσικά σε πολλά φρούτα και λαχανικά, όμως στην περίπτωση αυτή οι ποσότητες είναι μικρές, σε επίπεδο που δεν αποτελούν κίνδυνο για την υγεία. Όταν όμως χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, η φρουκτόζη προστίθεται σε ευρεία γκάμα προϊόντων και σωρευτικά η ημερήσια πρόσληψη αυξάνεται υπερβολικά.
Όπως εξηγεί ο Χου, η φρουκτόζη μεταβολίζεται ταχύτατα από το συκώτι, όταν όμως η ποσότητα ζάχαρης είναι μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να μεταβολίσει το συκώτι, η περιττή ποσότητα μετατρέπεται σε λίπος. Μέρος αυτών των λιπαρών περνά στο αίμα και κατά συνέπεια ανεβαίνουν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων. Τα αυξημένα επίπεδα λιπαρών στο αίμα αποτελούν βασικό παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση καρδιοπάθειας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου