Ήταν 2 κουμπάροι, ο ένας από το χωριό, και ο άλλος από την πόλη. Ο
κουμπάρος από το χωριό πήγε να επισκεφτεί τον κουμπάρο από την πόλη. Ο
κουμπάρος από την πόλη του λέει:
- Κοίτα κουμπάρε, εμείς εδώ χέζουμε και κάνουμε τις ανάγκες μας στις τουαλέτες. Έλα να σου δείξω!, και του δείχνει που είναι η τουαλέτα.
Το βράδυ που κοιμούνται, του κουμπάρου από το χωριό, του έρχεται να φτύσει. Λέει:
- Πρέπει να βρω την τουαλέτα!, ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα. Λέει:
- Θα φτύσω στο τασάκι και το πρωί θα το καθαρίσω, φτύνει στο τασάκι και κοιμάται. Μετά του έρχεται να κατουρήσει. Λέει:
- Πρέπει να βρω την τουαλέτα, ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα, Λέει:
- Θα κατουρήσω στο χάλι. Ως το πρωί θα έχει εξατμιστεί, κατουράει στο χάλι και κοιμάται.
Μετά από λίγο του έρχεται να χέσει και λέει:
- Τώρα πρέπει οπωσδήποτε να βρω την τουαλέτα, ανοίγει πόρτες κλείνει πόρτες, πουθενά η τουαλέτα. Κατεβαίνει στο σαλόνι, βγάζει ένα φυτό από τη γλάστρα του, χέζει και το ξαναβάζει. Το άλλο πρωί σηκώνεται και φεύγει. Μετά από 3 μήνες παίρνει τηλέφωνο ο κουμπάρος από την πόλη και λέει:
- Ρε κουμπάρε, το τασάκι μας έφτυσες το βρήκαμε, το χάλι μας κατούρησες το βρήκαμε, πού στο διάολο έχεσες; Δύο σπίτια αλλάξαμε και ακόμα βρομάει.
- Κοίτα κουμπάρε, εμείς εδώ χέζουμε και κάνουμε τις ανάγκες μας στις τουαλέτες. Έλα να σου δείξω!, και του δείχνει που είναι η τουαλέτα.
Το βράδυ που κοιμούνται, του κουμπάρου από το χωριό, του έρχεται να φτύσει. Λέει:
- Πρέπει να βρω την τουαλέτα!, ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα. Λέει:
- Θα φτύσω στο τασάκι και το πρωί θα το καθαρίσω, φτύνει στο τασάκι και κοιμάται. Μετά του έρχεται να κατουρήσει. Λέει:
- Πρέπει να βρω την τουαλέτα, ψάχνει ψάχνει ψάχνει, πουθενά η τουαλέτα, Λέει:
- Θα κατουρήσω στο χάλι. Ως το πρωί θα έχει εξατμιστεί, κατουράει στο χάλι και κοιμάται.
Μετά από λίγο του έρχεται να χέσει και λέει:
- Τώρα πρέπει οπωσδήποτε να βρω την τουαλέτα, ανοίγει πόρτες κλείνει πόρτες, πουθενά η τουαλέτα. Κατεβαίνει στο σαλόνι, βγάζει ένα φυτό από τη γλάστρα του, χέζει και το ξαναβάζει. Το άλλο πρωί σηκώνεται και φεύγει. Μετά από 3 μήνες παίρνει τηλέφωνο ο κουμπάρος από την πόλη και λέει:
- Ρε κουμπάρε, το τασάκι μας έφτυσες το βρήκαμε, το χάλι μας κατούρησες το βρήκαμε, πού στο διάολο έχεσες; Δύο σπίτια αλλάξαμε και ακόμα βρομάει.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου