Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Allied: Μπραντ Πιτ, Μαριόν Κοτιγιάρ και Β’ ΠαγκόσμιοςΣτη νέα ταινία του Ρόμπερτ Ζεμέκις, ο Μπραντ Πιτ και η Μαριόν Κοτιγιάρ συναντιούνται επί της οθόνης για να ζήσουν έναν γοητευτικό μα καταδικασμένο, ίσως, έρωτα μέσα στη δίνη του Β' ΠΠ. Το “Allied” είναι ένα κατασκοπικό μελόδραμα, παραδοσιακό στις προθέσεις του, μα σύγχρονο στην αφήγησή του, απευθυνόμενο σ' ένα κοινό που γνωρίζει καλά τα κλισέ του είδους και δε χρειάζεται επεξήγηση για όσα συμβαίνουν “ανάμεσα στις γραμμές”. Με τις υπερβολές και τις κοιλιές του, βλέπεται ευχάριστα χάρις, φυσικά, και στο χαρισματικό πρωταγωνιστικό του δίδυμο.

Η υπόθεση

Ο καναδός αξιωματικός των συμμαχικών μυστικών υπηρεσιών Μαξ Βατάν βρίσκεται στην Καζαμπλάνκα για να δολοφονήσει τον γερμανό πρέσβη με τη βοήθεια της γαλλίδας αντιστασιακού Μαριάν Μποσεζούρ. Κατά τη διάρκεια της αποστολής, οι δυο τους ερωτεύονται κι όταν ο Μαξ επιστρέφει στο Λονδίνο ζητά να τον ακολουθήσει και εκείνη ως σύζυγός του. Αν, όμως, η οικογενειακή ευτυχία εν μέσω βομβαρδισμών δεν είναι καθόλου δεδομένη, μοιάζει σχεδόν αδύνατη για δύο ανθρώπους που έχουν ζήσει τον πόλεμο, τη σκληρότητα και τον κυνισμό του, από τόσο κοντά...



Η κριτική

Οι ήρωες του “Allied” είναι δύο άνθρωποι που πολεμούν μόνοι τους, πίσω απ' τις γραμμές του εχθρού, μακρύτερα και απ' το πιο προωθημένο μέτωπο, πιο πολύτιμοι, μα και πιο αναλώσιμοι απ' τον απλό στρατιώτη. Νέοι και γοητευτικοί και οι δύο, αισθάνονται γρήγορα τη χημεία που υπάρχει μεταξύ τους και αναγνωρίζουν ότι τους δένει κάτι ακόμη, παραπάνω από αυτό: η κοινή πολεμική τους εμπειρία. Αν επιβιώσουν κι αυτής της αποστολής, έχουν πλέον κάτι στο οποίο να ελπίζουν, την ευκαιρία να στήσουν τη δική τους “κανονική ζωή”. Και ο Ρόμπερτ Ζεμέκις, την ευκαιρία να στήσει ένα ελκυστικό, δακρύβρεχτο μελόδραμα.

Στο πρώτο μέρος του, το “Allied” δείχνει να εξαντλεί τα πυρομαχικά του, προσφέροντάς μας μία καλοστημένη δόση κατασκοπικής δράσης κι ένα ρομάντσο που ξεκινά αργά κι εξελίσσεται ραγδαία, ακολουθώντας το ρυθμό μιας αποστολής που θα μπορούσε ν' αποβεί μοιραία. Μέσα από μια σειρά από προσεκτικά επιλεγμένα κι εξαιρετικά περιεκτικά στιγμιότυπα, οι δημιουργοί συμπυκνώνουν υλικό που θα μπορούσε να δώσει μία ολόκληρη ταινία, πριν μας οδηγήσουν στο επόμενο στάδιο της ιστορίας τους. Για τον θεατή που δεν έχει υποψία του τι περίπου ακολουθεί, η “γέφυρα” μέχρι την επόμενη ανατροπή μοιάζει εξαιρετικά πεζή, έως και βαρετή, αφού όλα βαίνουν καλώς και η ζωή του ζεύγους δείχνει να μπαίνει στις ράγες της κανονικότητας.

Βέβαια, το ενδιαφέρον μένει ζωντανό, μιας και οι θεατές είναι συνηθισμένοι να περιμένουν ανατροπές στις φάσεις που μια τέτοια ταινία κάνει “κοιλιά”, αλλά και επειδή το πρωταγωνιστικό ζεύγος των Πιτ και Κοτιγιάρ διαθέτει το ερμηνευτικό βάρος και τη χημεία για να κρατήσει το κοινό στις θέσεις του. Ακόμη και όταν οι δημιουργοί παίζουν με τη φωτιά, ρισκάροντας την αληθοφάνεια της δουλειάς τους με μία γέννα εν μέσω βομβαρδισμού που αγγίζει την καρικατούρα και απειλεί να διαλύσει την όποια συναισθηματική μας επαφή με το σύμπαν της ταινίας. Αν, λοιπόν, η “κακιά” αυτή στιγμή δεν αποβεί μοιραία, ο θεατής του “Allied” μπορεί να βυθιστεί στο μελόδραμα που ακολουθεί και ν' απολαύσει ένα καλογραμμένο αισθηματικό θρίλερ με φόντο τον τελευταίο μεγάλο πόλεμο.

Στο δεύτερο μέρος, ο ρυθμός αλλάζει και πάλι και οι ήρωες μπαίνουν ξανά στη γνώριμη διαδικασία να υποπτεύονται τους πάντες και τα πάντα και να προσέχουν τα νώτα τους παίρνοντας ρίσκα που μπορεί να τους καταστρέψουν. Αυτή τη φορά, όμως, το διακύβευμα δεν είναι κάποια αποστολή, αλλά η διεκδίκηση της ζωής που πίστεψαν ότι έχουν κερδίσει με τις “παρ' ολίγον” θυσίες τους. Ο Πιτ και η Κοτιγιάρ είναι στα καλύτερά τους και ο Ζεμέκις προσπαθεί με επιτυχία να καταπιέσει τα κλισέ και να ταιριάξει τις εξελίξεις με τους χαρακτήρες του και όχι με τους κινηματογραφικούς τύπους τους. Όπως και στο πρώτο μέρος, συμβαίνουν πολλά για τόσο λίγο κινηματογραφικό χρόνο, αλλά αποδίδονται λιγότερο επιτυχημένα από πριν, λίγο πιο “ψεύτικα” με όρους αληθοφάνειας και πιο βεβιασμένα με όρους αντιστοίχησης σε πραγματικές συνθήκες.

Ας είναι, όμως. Το “Allied” είναι μία συμπαθητική ταινία στα πρότυπα του παλιού ψυχαγωγικού σινεμά και ας προσπαθεί να χωρέσει πολλά πράγματα σε μία συμπυκνωμένη κινηματογραφική αφήγηση με άνισο αποτέλεσμα. Απολαμβάνεται, λοιπόν, ως τέτοια, παραβλέποντας τις αδυναμίες της, χτυπητές ή μη.

Βγαίνουν ακόμη:
Το μέτριο-προς-κακό οικογενειακό ροόυντ-μούβι “Captain Fantastic”, το βαλκανικό δράμα “Father”, η ταινία τρόμου “Abattoir”, τα ντοκιμαντέρ “Gimme Danger”, “Dancer” και “Μήδεια... Κρείσσων των Εμών Βουλευμάτων” και οι ταινίες κινουμένων σχεδίων “Ozzy” και “Get Squirrely”.
Categories:

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Subscribe to RSS Feed Follow me on Twitter!