Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Οι δύο μοναδικοί επιζώντες από μία φυλακή με 12.000 νεκρούς
Καμπότζη
Ο Τσουμ Μέι είναι 83 ετών κι είναι μηχανικός.
Ο Μπου Μενγκ είναι 74 ετών κι είναι ζωγράφος.
Αμφότεροι συνελήφθησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 από το καθεστώς του Πολ Ποτ και των Ερυθρών Χμερ στη Καμπότζη.
Αμφότεροι μεταφέρθηκαν και βασανίστηκαν φριχτά στην φυλακή Τουόλ Σλενγκ.
Αμφότεροι έχασαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους, που θανατώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.
Αμφότεροι επέζησαν -μαζί με άλλους 13 ανθρώπους- από ένα κολαστήριο εφάμιλλο των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης του Άουσβιτς και του Μπούχενβαλντ.
Είναι οι δυο μοναδικοί εν ζωή άνθρωποι που έχουν μείνει για να εξιστορήσουν μια από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας του 20ου αιώνα.

Μιας ιστορίας που εκτυλίχθηκε μέσα στους τοίχους της Τουόλ Σλενγκ, της περιβόητης φυλακής υψίστης ασφαλείας με την κωδική ονομασία S-21 που μεταξύ 1975-1979 χρησίμευσε ως ο τόπος εγκλεισμούς και βασανιστηρίων για πάνω από 17.000 Καμποτζιανούς.


Από τον Απρίλιο του 1975, οπότε και οι Ερυθροί Χμερ κατέλαβαν την εξουσία στη Καμπότζη, και τα πέντε κτίρια του συγκροτήματος του γυμνασίου Τσάο Πονχέα Γιάτ στην Πνομ Πενχ μετατράπηκαν σε φυλακή.
Οι αίθουσες διδασκαλίας μετετράπησαν σε κελιά και αίθουσες ανάκρισης, όλα τα παράθυρα καλύφτηκαν με σιδερένια κάγκελα, ενώ τοποθετήθηκαν παντού υψηλά συρματοπλέγματα, για την αποφυγή αποδράσεων από τους χιλιάδες κρατουμένους.
Η φυλακή πήρε το όνομα Τουόλ Σλενγκ που σημαίνει «Λόφος Δηλητηριωδών Δέντρων» ή «Λόφος της Στρυχνίνης» και έως το 1979 υπολογίζεται ότι πάνω από 17.000 άτομα φυλακίστηκαν, ανακρίθηκαν, βασανίστηκαν ή πέθαναν μέσα στο κολαστήριο αυτό.

«Με συνέλαβαν στις 28 Οκτωβρίου του 1978 και με μετέφεραν στην S-21. Ακόμη και σήμερα δεν ξέρω για ποιο λόγο με συνέλαβαν ή με κατηγορούσαν», θυμάται ο Μέι.
«Με έβαλαν σε ένα κελί και για τις επόμενες δώδεκα ημέρες με έβγαζαν απ’ αυτό τρεις φορές την ημέρα για να με πάνε σε μια αίθουσα ανακρίσεων και να με βασανίσουν. Στην αρχή με χτυπούσαν στη πλάτη με ένα ραβδί που στην άκρη του είχε συρματόπλεγμα. Μετά μου ξερίζωσαν το μεγάλο νύχι του δεξιού μου ποδιού. Δεν με πείραζε ο πόνος από το πόδι, όσο απ’ αυτό που επακολούθησε: μου έβαλαν ηλεκτρόδια μέσα στα αυτιά και μου έκαναν ηλεκτροσόκ. Νόμιζα πως το κεφάλι μου θα έπαιρνε φωτιά. Κι ήταν η στιγμή που «έσπασα» και τους είπα όλα αυτά που ήθελαν να ακούσουν από εμένα εξαρχής», εξιστορεί ο 83χρονος άντρας που λόγω των ηλεκτροσόκ είναι κωφός από το ένα του αυτί.
Το βλέμμα του πηγαίνει στο πάτωμα μιας εκ των αιθουσών της φυλακής, εκεί όπου μέχρι σήμερα υπάρχει ακόμη ξεραμένο αίμα στο δάπεδο από τα βασανιστήρια.















«Συνέλαβαν εμένα και τη γυναίκα μου στις 16 Αυγούστου του 1977», λέει με τη σειρά του ο Μενγκ που το περίεργο είναι πως στην αρχή ήταν οπαδός των Ερυθρός Χμερ και μάλιστα, ως ικανότατος ζωγράφος, είχε σχεδιάσει κάποιες από τις προπαγανδιστικές αφίσες που είχε παραγγείλει ο ίδιος ο ηγέτης των Χμερ, ο Πολ Ποτ.
Κι όμως, μέχρι κι αυτός βρέθηκε στη μέγγενη των βασανιστηρίων και των ατελείωτων ανακρίσεων.
«Η τροφή μας ήταν δυο πιάτα νερουλός χυλός καθημερινά. Πεινούσα τόσο πολύ ώστε μερικές φορές είχα σκοτώσει και φάει τους αρουραίους που είχαν μπει στο κελί μου», λέει ο 74χρονος άντρας.
«Μας είχαν δώσει ένα μικρό κουτί για να κάνουμε την ανάγκη μας. Αν έβρισκαν έστω και το παραμικρό να έχει χυθεί έξω από το κουτί, μας ανάγκαζαν να το γλείφουμε από το πάτωμα», προσθέτει ο Μενγκ.
Και οι δυο άντρες δεν ξαναείδαν τις οικογένειες τους: <η γυναίκα και τα δυο παιδιά του Μενγκ πέθαναν από την πείνα και τις αρρώστιες, ενώ η σύζυγος και τα τρία παιδιά του Μέι είχαν πεθάνει κι αυτά μέχρι το 1979.
Αμφότεροι κατάφεραν να ξαναπαντρευτούν, να κάνουν νέες οικογένειες και να αφήσουν πίσω τους (όσο ήταν αυτό δυνατόν…) το προσωπικό τραγικό τους παρελθόν.
Ωστόσο, όπως λένε, η ιστορία τους είναι σημαντικό να κρατηθεί ζωντανή ως δίδαγμα για τις επόμενες γενιές.
«Πρέπει να διηγηθούμε στον κόσμο τι ακριβώς συνέβη μέσα εδώ. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν για τη γενοκτονία που συντελέστηκε υπό το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ», καταλήγει ο Μενγκ.
Πάνω από 12.000 άνθρωποι θανατώθηκαν μεταξύ 1975-1979 μέσα στη φυλακή Τουόλ Σλενγκ. Το 1980 η φυλακή ξανάνοιξε εκ νέου από την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Καμπότζης ως Μουσείο Βασανιστηρίων για να υπενθυμίζει τις θηριωδίες του καθεστώτος του Πολ Ποτ.
in.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Subscribe to RSS Feed Follow me on Twitter!