Τρίτη 30 Ιουνίου 2020






Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), την περίοδο 2015-2019 οι συνολικές εισαγωγές τροφίμων και ζώντων ζώων στη χώρα μας ανήλθαν σε αξίες 28 δισ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων τα 9,3, δηλαδή το 33%, αφορούσαν τρόφιμα ζωικής προέλευσης (κρέας, αυγά, γάλα, τυριά, γαλακτοκομικά προϊόντα). Την ίδια περίοδο, οι αντίστοιχες συνολικές εξαγωγές ήταν αξίας 22 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα 3,4 δισ. ευρώ, δηλαδή το 15%, αφορούσαν τρόφιμα ζωικής προέλευσης.
Η χώρα μόνο για… παγωτό το 2019 έκανε εισαγωγές αξίας πάνω από 50 εκατ. ευρώ...


Η συμμετοχή των προϊόντων αυτών στο 15% των εξαγωγών τροφίμων της χώρας την παραπάνω περίοδο αφορά κυρίως γαλακτοκομικά προϊόντα (13%), όπου κι εκεί όμως το εμπορικό ισοζύγιο είναι αρνητικό κατά 600 εκατ. ευρώ περίπου: 3,6 δισ. εισαγωγές (1,2 δισ. για το γάλα και 2,4 δισ. για τυριά και γαλακτοκομικά προϊόντα) και 3 δισ. εξαγωγές (77 εκατ. για το γάλα και 2,9 δισ. για τυριά και γαλακτοκομικά προϊόντα). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η χώρα μόνο για… παγωτό το 2019 έκανε εισαγωγές αξίας πάνω από 50 εκατ. ευρώ...
Αν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσουν, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, οι εισαγωγές αυτών των προϊόντων, θα τεθεί σοβαρό ζήτημα κάλυψης των αναγκών του πληθυσμού σε κρέας, γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα...




Με λίγα λόγια, την πενταετία 2015-2019 σχεδόν το 100% του ελλείμματος των 6 δισ. ευρώ στο εμπορικό ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών τροφίμων και ζώντων ζώων της χώρας μας οφείλεται στο κρέας, τα αυγά, το γάλα, τα τυριά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα!

Η υφιστάμενη κατάσταση αναδεικνύει την ισχυρή εξάρτηση της χώρας από την εισαγωγή προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας για τον πληθυσμό, γεγονός που εκτός των άλλων, την καθιστά ευάλωτη σε περιόδους κρίσεων (όπως η πρόσφατη υγειονομική κρίση).


Αν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσουν, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, οι εισαγωγές αυτών των προϊόντων, θα τεθεί σοβαρό ζήτημα κάλυψης των αναγκών του πληθυσμού σε κρέας, γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική ειρήνη σε μια κρίσιμη περίοδο.

Πέρα όμως από την επισιτιστική απειλή σε μια περίοδο κρίσης, ελλοχεύει η μόνιμη απειλή της απώλειας εθνικού πλούτου, μέσω των τεράστιων αξιών για τις εισαγωγές αυτών των προϊόντων. Η μελαγχολική σκέψη που γεννούν οι αριθμοί αφορά το γεγονός ότι για την Ελλάδα, τη γεωμορφολογία και τις εδαφοκλιματικές της συνθήκες, αυτά τα προϊόντα θα έπρεπε να περίσσευαν και όχι να αναζητούνται σε ξένες αγορές…

Η αντιστροφή του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών στον τομέα των τροφίμων για τη χώρα μας περνάει μέσα από την ενίσχυση του τομέα των τροφίμων ζωικής προέλευσης, σε όλους τους κρίκους της παραγωγικής αλυσίδας και κυρίως σε αυτόν της πρωτογενούς παραγωγής , της κτηνοτροφίας.

Η χώρα βρίσκεται σε περίοδο σχεδιασμού για την αξιοποίηση των 52 δισ. ευρώ περίπου του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ. Σαφώς και θα τεθούν προτεραιότητες. Ασφαλώς και η χώρα έχει να καλύψει έδαφος σε πολλά πεδία. Δεν μπορεί όμως να μην λαμβάνεται υπόψη σε αυτά τα πλάνα η παραπάνω κατάσταση στο χώρο των τροφίμων.

Εκτός κι αν αυτό δεν θεωρηθεί τόσο σημαντικό, όσο για παράδειγμα η ανάπτυξη των νεοφυών επιχειρήσεων ή η γενικώς και αορίστως, πράσινη ανάπτυξη. Οπότε, ας αφήσουμε την κατάσταση έτσι όπως κύλησε την πενταετία 2015-2019, όπου η χώρα μας, που δεν έχει δείγμα βιομηχανίας κατασκευής αυτοκινήτων, εισήγαγε από τις βασικές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία) που την προμηθεύουν, αυτοκίνητα συνολικής αξίας 3,4 δισ. ευρώ και τρόφιμα ζωικής προέλευσης (κρέας, γάλα, τυριά και γαλακτοκομικά προϊόντα) συνολικής αξίας 4,2 δισ. ευρώ!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Subscribe to RSS Feed Follow me on Twitter!