Η προέλευση του Xριστουγεννιάτικου δέντρου χάνεται στα βάθη των αιώνων, όπως άλλωστε και η ιστορία πολλών συμβόλων των Γιορτών.
Το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου πιστεύεται ότι σχετίζεται με τα αρχαία έθιμα των Αιγυπτίων, Κινέζων και Εβραίων.
Η χρήση δέντρων που αργούν να μαραθούν, στεφανιών αλλά και γιρλαντών ως σύμβολα αιώνιας ζωής ήταν μέρος της παράδοσης των λαών αυτών.
Η λατρεία του δέντρου ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια για τις παγανιστικές φυλές της Ευρώπης, η οποία επιβίωσε και μετά την έλευση του Χριστιανισμού κυρίως στα σκανδιναβικά έθιμα του στολισμού του σπιτιού και του στάβλου με αειθαλή φυτά.
Μάλιστα, σε πολλές χώρες οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα αειθαλή φυτά έχουν τη δυναμή να κρατούν μακριά από το σπίτι τις μάγισσες, τα κακά πνεύματα, τα φαντάσματα και τις αρρώστιες.
Μια άλλη θεωρία θέλει τη Γερμανία του 14ου αιώνα να έχει «χαρίσει» σε ολόκληρη τη χριστιανική υφήλιο το χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, τότε οι εκκλησίες έστηναν θεατρικές παραστάσεις θρησκευτικού περιεχομένου προκειμένου οι πιστοί, που στην πλειοψηφία τους δεν ήξεραν ανάγνωση, να μαθαίνουν τις ιστορίες της Βίβλου.
Στις 24 Δεκεμβρίου, την ημέρα των Πρωτόπλαστων, παρουσιαζόταν η παράσταση με το Προπατορικό Αμάρτημα.
Για τις ανάγκες του θεατρικού, το ρόλο του δέντρου της γνώσης του Καλού και του Κακού, που θα έπρεπε να είναι μία μηλιά, έπαιζε ένα κωνοφόρο δέντρο, καθώς στη χειμωνιάτικη Γερμανία ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να βρουν μέσα στο καταχείμωνο μηλιά.
Το δέντρο «μεταμφιεζόταν» με τη βοήθεια μήλων, που δένονταν στα κλαδιά του, αλλά και της «όστια», δηλαδή ενός στρογγυλού κομματιού άζυμου άρτου, που προσφέρεται ως Θεία Κοινωνία στη ρωμαιοκαθολική λειτουργία.
Λέγεται ότι το δέντρο με τα κρεμασμένα αντικείμενα άρεσε τόσο πολύ στους πιστούς, που το υιοθέτησαν, με αποτέλεσμα το χριστουγεννιάτικο δέντρο να μπει στα σπίτια.
Σιγά-σιγά, στο δέντρο, εκτός από μήλα άρχισαν να κρεμιόνται και άλλα χειμερινά φρούτα, όπως καρύδια, αλλά και ζαχαρωτά με τη μορφή φρούτων, ενώ η όστια αντικαταστάθηκε από κουλουράκια σε διάφορα σχήματα, όπως καρδιές, καμπανούλες, άγγελοι και αστέρια.
Το έθιμο του δέντρου διαδόθηκε πολύ ανάμεσα στους Λουθηρανούς τον 18ο αιώνα αλλά μόλις στις αρχές του 19ου το έθιμο έφτασε και στην Αγγλία.
Ο πρώτος που το έκανε ιδιαιτέρως γνωστό, ήταν ο Γερμανός πρίγκιπας Αλβέρτος, ο σύζυγος της βασίλισσας Βικτωρίας.
Το δέντρο της βικτοριανής εποχής ήταν διακοσμημένο με κεράκια, καραμέλες και εντυπωσιακά κέικ τα οποία κρέμονταν από τα κλαδιά του με κορδέλες.
Το έθιμο στη συνέχεια επεκτάθηκε στη Βόρεια Αμερική, την Αυστρία, την Ελβετία, την Πολωνία και την Ολλανδία.
Οι οικογένειες έστηναν τα δέντρα σε περίοπτη θέση του σπιτιού τους και τα στόλιζαν ακόμη με χρωματιστά χαρτιά, μικρά παιχνίδια και καμιά φορά με κεράκια.
Επειδή, όμως, τα διάφορα γλυκίσματα εξαφανίζονταν από το δέντρο, πριν το πέρασμα των Γιορτών, με τον καιρό τα φαγώσιμα στολίδια άρχισαν να αντικαθίστανται από μεταλλικά.
Με το πέρασμα των χρόνων χρησιμοποιήθηκαν πολλά διαφορετικά αντικείμενα για το στολισμό του χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο κόσμος άρχισε να στολίζει τα δέντρα του με κάρτες, βαμβάκι για να μοιάζει χιονισμένο, καραμέλες και γλυκά σε διάφορα σχέδια και σχήματα και, ορισμένες φορές, με γυάλινες μπάλες.
Πολλές φορές το δέντρο φωτιζόταν με κεράκια, που μιμούνταν τους κώνους των δέντρων, και τα οποία όμως, πολλές φορές προκαλούσαν πυρκαγιά.
Για το λόγο αυτό είχαν εφευρεθεί πολλών ειδών στηρίγματα κεριών για την αποτροπή μιας ενδεχόμενης πυρκαγιάς.
Το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο με ηλεκτρικά κεριά, στολίστηκε για πρώτη φορά το 1882 στη Νέα Υόρκη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου